Με πλήθος πιστών και από την Λιβαδειά, αλλα και πλήθος ιερέων, τελέστηκε στο βυζαντινό μοναστήρι του Αγίου Νικολάου του νέου εν Βουνένοις του θαυματουργού στην περιοχή Καμπιά του Διονύσου του δήμου Ορχομενού την Δευτέρα το απόγευμα, Μικρός Εσπερινός -Μέγας Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας και Λιτάνευση της Ιεράς Εικόνας και των ιερών Λειψάνων του Αγίου και ακολούθησε Ιερά Αγρυπνία στην Κρύπτη της Αγίας Βαρβάρας.
Την επομένη ημέρα την Τρίτη 9 Μάϊου πραγματοποιήθηκε όρθος -Θεία Λειτουργία και Εσπερινός το απόγευμα.
Μια γιορτή στο Βυζαντινό μοναστήρι από τον ηγούμενο Πατέρα Νεκτάριο που κατά το κήρυγμα του αναφέρθηκε στην μορφή του Αγίου και το έργο του.
Ο κόσμος που παρευρέθηκε στο Μοναστήρι ,μετά από σχεδόν τρία χρόνια αποκλεισμού, λόγω του κορωναιού ,ξεχείλισε την εκκλησία και τους αύλειους χώρους.
Ενα μοναστήρι που το περιβάλλουν πολλοί μύθοι και ιστορίες και αυτό λόγω της μεγάλης ομοιότητας του με τον Όσιο Λουκά.
Άη Νικόλας στα Καμπιά
Ο ναός του Αγίου Νικολάου του Νέου εκ Βουνένης αποτελούσε το καθολικό της ομώνυμης μονής, η οποία λειτουργούσε μέχρι και τους νεότερους χρόνους (το 19ο αιώνα) και ήταν μετόχι του Οσίου Λουκά.
Βρίσκεται στην αγροτική περιοχή Καμπιά της Βοιωτίας, περίπου 5 χλμ. βορειοδυτικά του χωριού Διόνυσος (τέως Τσαμάλι) του Δήμου Ορχομενού. Γενικώς θεωρείται ότι ο ναός αποτελούσε καθολικό μοναστηριακού συγκροτήματος ήδη από τον 12ο αιώνα, οπότε και χτίστηκε, αν και η σχετική μαρτυρία είναι πολύ μεταγενέστερη και ανάγεται στον 15ο αιώνα. Σε κάθε περίπτωση, ο ναός διασώζει σχεδόν ακέραια και σε σχετικά καλή κατάσταση την αρχική μορφή του.
Τα υπόλοιπα κτήρια της μονής, σήμερα σε ερειπιώδη κατάσταση, χρονολογούνται από τα μορφολογικά και κατασκευαστικά στοιχεία τους μόλις στο 18ο ή 19ο αιώνα.
Σύμφωνα με την παράδοση κατασκευάσθηκε με υλικά που μετέφεραν τα βυζαντινά αυτοκρατορικά καράβια έως την Αταλάντη με τελικό προορισμό τη μονή του Οσίου Λουκά του Στειριώτη. Η διαδρομή από την Αταλάντη έως το Στείρι περνούσε από την περιοχή των Καμπιών. Όταν το καραβάνι έφτασε στα Καμπιά εμφανίστηκε ο Άγιος Νικόλαος και απαίτησε κάθε φορά που περνούν να αφήνουν από ένα μάρμαρο. Μ’ αυτές τις πέτρες χτίστηκε το μοναστήρι.
Άλλη παράδοση λέει πως την εποχή που κτιζόταν ο Όσιος Λουκάς στο Στείρι μετέφεραν την πέτρα για το χτίσιμο της εκκλησιάς από τον Έξαρχο στο Στείρι. Την πέτρα την φόρτωναν σε μουλάρια και ακολουθούσαν την πορεία, επειδή η Κωπαΐδα ήταν λίμνη, στα ριζά και στις πλαγιές των περιοχών: Έξαρχος-Χαιρώνεια-Δαύλεια-Δίστομο-Στείρι. Στο λόφο πάνω από το χωριό Τσαμάλι τα μουλάρια γονάτιζαν και δεν ξεκινούσαν αν από κάθε φορτίο δεν άφηναν και από μία πέτρα. Στο χώρο που είναι σήμερα το μοναστήρι σχηματίσθηκε ένα βουνό από πέτρες. Κι ενώ στο Στείρι ο ‘Οσιος Λουκάς κτιζόταν, ο βοηθός του Αρχιμάστορα, ο κάλφας, ζήτησε από τον αφέντη του την άδεια στο χώρο που έμειναν οι πέτρες να κτίσει εκείνος εκκλησία προς τιμήν του Αγίου Νικολάου, το όραμα του οποίου είχε δει και του είχε ο Άγιος ζητήσει να του κτίσει εκκλησία. Μετά από παρακάλια και ικεσίες ημερών ο Αρχιμάστορας δέχτηκε να δώσει άδεια. Έτσι ο κάλφας εγκαθίσταται στην περιοχή Καμπιά και αρχίζει να οικοδομεί ναό. Όταν τέλειωσε το έργο του ήταν θαυμαστό, ενθουσιάστηκε, πήγε και ζήτησε από τον Αρχιμάστορά του να το δει και να το αξιολογήσει. Έτσι κι έγινε. Ο Αρχιμάστορας το είδε προσεκτικά και ζήλεψε βαθιά. Η ζήλια του θόλωσε το νου, σκέφτηκε με ποιό τρόπο θα βγάλει από τη μέση τον επικίνδυνο ανταγωνιστή της τέχνης του. Δεν άργησε να βρει τον τρόπο. Διαπίστωσε δήθεν πως κάποιο κεραμίδι δεν είναι σωστά τοποθετημένο και διέταξε τον κάλφα να το ξανατοποθετήσει. Έβαλε σκάλα ο κάλφας και ανέβηκε ψηλά ο ίδιος. Τότε ο Αρχιμάστορας πήρε απότομα τη σκάλα και ο κάλφας βρέθηκε να πέφτει από ψηλά με το κεφάλι στο λιθόστρωτο. Τη στιγμή εκείνη περνούσε λευκό περιστέρι πάνω από το μοναστήρι και μαρμάρωσε, μένοντας εκεί στη στέγη της εκκλησίας, μαρμαρωμένο στους αιώνες. Στον τόπο που χύθηκε το αίμα του κάλφα, φύτρωσε συκιά και αντί για γάλα, όταν έκοβες τα σύκα, έσταζαν αίμα. Η πέτρα που πάνω της χτύπησε το σώμα του κάλφα έσπασε και παραμένει σπασμένη εκεί.
Ο Άγιος Νικόλαος στα Καμπιά γιορτάζει στις 9 Μαΐου και τα τελευταία χρόνια λειτουργεί και πάλι σαν μονή με ηγούμενο τον πάτερ Νεκτάριο και μοναχούς τους Δαμιανό και Ραφαήλ.
Ο ναός του Αγίου Νικολάου έχει συμπεριληφθεί πολλές φορές λόγω της σπουδαιότητάς του σε ευρύτερες μελέτες βυζαντινής αρχιτεκτονικής και επιμέρους κατασκευαστικών θεμάτων, δεν έχει αποτελέσει ωστόσο το αντικείμενο κάποιας ειδικής επιστημονικής έρευνας. Βασική παραμένει η συνοπτική περιγραφή και τα σχέδια που δημοσίευσαν το 1901 οι R.W. Schultz και S.H. Barnsley στο πλαίσιο της μελέτης τους για τη μονή του Οσίου Λουκά, καθώς ο Άγιος Νικόλαος μιμείται την αρχιτεκτονική του καθολικού της μονής. Στη σημαντική μελέτη των Χαράλαμπου και Λασκαρίνας Μπούρα για τη ναοδομία του 12ου αιώνα έχει συγκεντρωθεί συστηματικά η σχετική με το μνημείο βιβλιογραφία.
Πηγή ιστορικών αναφορών και στοιχείων Δήμος Ορχομενού.