Της Χρύσας Τσεπραηλίδου
Η γενναία απόφαση 137/1997

Εικοσιπέντε χρόνια από την συνεδρίαση ,αυτή που έδωσε ελπίδα για δικαίωση στα θύματα, που έκαναν την αγωγή ,ενώ έφτασαν τους 260 συνολικά, σήμερα είναι εν ζωή περίπου οι 70.Προσπαθούν να κρατηθούν για να δουν τον δίκαιο αγώνα τους να ολοκληρώνεται και έτσι να πάνε ήσυχοι τα μαντάτα στους συγγενείς τους που πέθαναν πριν τόσα χρόνια σε συνθήκες σφαγής.Οι περισσότερες που σκοτώθηκαν ήταν γυναίκες και 4 από αυτές κυοφορούσαν, ήταν συνολικά 117 γυναίκες χωρίς όπλα, 58 παιδιά χωρίς όπλα και 111 άνδρες χωρίς όπλα.
Το ένα τέταρτο του αιώνα συμπληρώθηκε χωρίς αποτέλεσμα για τα θύματα,στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Εν Δελφοίς” συγκεντρώσαμε τις απόψεις των αρχών του τόπου και απο το Δικηγορικό Σύλλογο Λιβαδιεάς όλη την ιστορική καταγραφή των νομικών διεργασιών και αποφάσεων εως τώρα, όχι σαν επετειακό αφιέρωμα αλλά ως καθυστερούμενο κατα 25 χρόνια αποδιδόμενο νόμιμο δικαίωμα.
25 χρόνια μετά…η Βοιωτία συνεχίζει την διεκδίκηση.
Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Λιβαδειάς κ.Δαλαμάγκας είχε αναφερθεί στα δικονομικά ιστορικά στοιχεία και στην σημασία τους.
“Το θέμα των Γερμανικών αποζημιώσεων ουσιαστικά ανακινήθηκε από την αγωγή που εμπνεύστηκε ο αείμνηστος Ιωάννης Σταμούλης, δικηγόρος και τότε Νομάρχης Βοιωτίας, που κατατέθηκε ενώπιον του αρμοδίου Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Βοιωτίας ως γενική εντολοδόχο των θυμάτων του Διστόμου, ζητώντας αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση για τη ζημία και ψυχική οδύνη που υπέστησαν από τα εγκλήματα των κατοχικών στρατευμάτων, η οποία αγωγή υπογράφηκε και από τρείς δικηγόρους του Συλλόγου μας, τον αείμνηστο Ιωάννη Περγαντά, τον Ταξιάρχη Γαλανό, συνταξιούχο ήδη και τον παριστάμενο Ανδρέα Κουτσούμπα οι οποίοι και παραστάθηκαν κατά την συζήτησή της. Το Δικαστήριο υπό την προεδρία του Τότε Προέδρου Πρωτοδικών Αθανασίου Καγκάνη, εξέδωσε, με εισηγήτρια την προσκεκλημένη μας και τότε Πρωτοδίκη, κ. Αικατερίνη Σέττα, την γενναία υπ’ αριθμ. 137/1997 απόφασή του, αποφαινόμενο ότι το εναγόμενο Γερμανικό Δημόσιο δεν μπορούσε να επικαλεσθεί το προνόμιο της ετεροδικίας και κατά συνέπεια δεν συνέτρεχε λόγος που να αποκλείει τη συνδρομή της διεθνούς δικαιοδοσίας του για την εκδίκαση της υπό κρίσιν αγωγής. Την προαναφερθείσα απόφαση, προσέβαλε το Γερμανικό Δημόσιο με αναίρεση επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1357/1999 απόφαση του Α’ Πολιτικού Τμήματος του ΑΠ, η οποία παρέπεμψε το θέμα της ετεροδικίας του αναιρεσείοντος Γερμανικού Δημοσίου στην Ολομέλεια ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος. Η Ολομέλεια του ΑΠ με την υπ. αριθμ. 11/2000 απόφασή της, με μέλος της συνθέσεώς της τον προσκεκλημένο μας, κ. Θεόδωρο Λαφαζάνο, με ψήφους 11 έναντι 4, κατέστησε αμετάκλητη και εκτελεστή την καταψηφιστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, επιβεβαιώνοντας σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας την ευθύνη του Γερμανικού Δημοσίου για τα εγκλήματα του καθεστώτος του Γ ‘ Ράιχ. Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς το κράτος στερείται της δυνατότητας να επικαλεσθεί την ετεροδικία του όταν η επίδικη πράξη για την οποία ενάγεται έχει πραγματοποιηθεί κατά παράβαση κανόνα ius cogens. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι το κράτος έχει αποποιηθεί την ετεροδικία του, κανόνας που έχει ως αφετηρία γένεσής του, την απόφαση του Διεθνούς Στρατοδικείου της Νυρεμβέργης.
Ως δικαιολογητική βάση του ανωτέρω κανόνα εξαίρεσης από την ετεροδικία αποτελούν οι εξής διαπιστώσεις:
α) Όταν ένα κράτος παραβιάζει κανόνες διεθνούς δικαίου και μάλιστα αναγκαστικού δικαίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένα ότι θα του αναγνωρισθεί το δικαίωμα της ετεροδικίας. Συνεπώς θεωρείται ότι παραιτείται σιωπηρά από το δικαίωμα αυτό.
β) Πράξεις κράτους που παραβιάζουν κανόνες αναγκαστικού δικαίου δεν έχουν τον χαρακτήρα κυριαρχικών πράξεων. Στις περιπτώσεις αυτές θεωρείται ότι το εναγόμενο κράτος δεν ενήργησε μέσα στα πλαίσια της ιδιότητάς του ως κυρίαρχου
γ) Πράξεις αντίθετες προς το διεθνές αναγκαστικό δίκαιο είναι ανίσχυρες και δεν μπορούν να αποτελέσουν πηγή νομίμων δικαιωμάτων όπως αυτό της ετεροδικίας (κατ’ εφαρμογή της γενικής αρχής του δικαίου ex iuria jus non orifur)
δ)Η αναγνώριση ετεροδικίας για πράξη που είναι αντίθετη προς το αναγκαστικό διεθνές δίκαιο θα ισοδυναμούσε με σύμπραξη του εθνικού δικαστηρίου στην προαγωγή μίας πράξης η οποία αποδοκιμάζεται έντονα από τη διεθνή έννομη τάξη
ε) Η προβολή της ετεροδικίας για επίδικες πράξεις που τελέσθηκαν κατά παραβίαση αναγκαστικού κανόνα διεθνούς δικαίου θα αποτελούσε κατάχρηση δικαιώματος και
στ) Με δεδομένο ότι η αρχή της εδαφικής κυριαρχίας, ως θεμελιώδης κανόνας της διεθνούς έννομης τάξης, είναι υπέρτερη της αρχής της ετεροδικίας, ένα κράτος που παραβιάζει την εν λόγω αρχή με αθέμιτη κατάληψη αλλότριου εδάφους, δεν είναι δυνατόν να επικαλεσθεί την αρχή της ετεροδικίας για πράξεις που τελέσθηκαν κατά τη διάρκεια της αθέμιτης πολεμικής κατοχής.
Εκ των ανωτέρω διαπιστώσεων το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέληξε ότι «υφίσταται δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων, εφόσον οι πράξεις των οργάνων του γερμανικού κράτους που έλαβαν χώρα στο έδαφος της ελληνικής πολιτείας κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής κατοχής, δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως πράξεις κυριαρχικής εξουσίας, καθόσον φέρονται ότι τελέσθηκαν από τα παραπάνω όργανα κατά παράβαση κανόνων διεθνούς αναγκαστικού δικαίου και ειδικότερα του άρθρου 46 του Κανονισμού της Χάγης του 1907 με αποτέλεσμα το εναγόμενο να μην απολαύει …του προνομίου της ετεροδικίας». Εν ολίγοις το δικαστήριο θεώρησε ότι οι πράξεις των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής δεν μπορούν να θεωρηθούν ως πράξεις που τελέστηκαν iure imperii δεδομένου ότι παραβιάζουν κανόνες διεθνούς αναγκαστικού δικαίου και ειδικότερα τον Κανονισμό για το δίκαιο του πολέμου που είναι προσαρτημένος στην Δ’ Σύμβαση της Χάγης του 1907.
Τα γεγονότα του Διστόμου, οι συνοπτικές εκτελέσεις, οι ομαδικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις άμαχου πληθυσμού και η ισοπεδωτική καταστροφή ολόκληρου του χωριού έλαβε χώρα κατά παράβαση των νόμων και εθίμων του πολέμου ως αντίποινα στις αλλεπάλληλες επιθέσεις που είχαν υποστεί οι κατοχικές δυνάμεις από την Εθνική Αντίσταση. Η πρακτική αντιποίνων των Ναζί παραβίαζε βασικούς κανόνες του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου που επιτάσσουν το σεβασμό της ζωής, της τιμής, της οικογένειας και της περιουσίας του άμαχου πληθυσμού των κατεχόμενων εδαφών (άρθρο 46 Κανονισμού Χάγης 1907).
Την Ολομέλεια του ΑΠ, προκειμένου να αποφανθεί κατά την εκδίκαση της αναιρετικής αίτησης του Γερμανικού Δημοσίου εάν στοιχειοθετείται η άρση του προνομίου της ετεροδικίας του γερμανικού κράτους, απασχόλησε το θέμα της εθιμικής ισχύος της Ευρωπαϊκής Σύμβασης περί Κρατικής Ετεροδικίας αλλά και της αντίστοιχης Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, της οποίας η διάταξη του άρθρου 11 προβλέπει την άρση της ετεροδικίας σε περίπτωση αδικοπραξίας του ξένου κράτους. Ειδικότερα σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο, ένα συμβαλλόμενο κράτος δεν μπορεί να επικαλεσθεί την ετεροδικία του στο δικαστήριο ενός άλλου συμβαλλόμενου κράτους σχετικά με την αστική ευθύνη για την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από αδικοπραξίες σε βάρος προσώπου ή περιουσίας ανεξάρτητα από το αν η αδικοπραξία τελέστηκε από το συμβαλλόμενο κράτος iure imperii ή iure gestionis. Επί του ανωτέρου θέματος η πλειοψηφία 15 δικαστών του ΑΠ απάντησε καταφατικά, αποφαινόμενη ότι συντρέχουν τα συστατικά στοιχεία δημιουργίας του εθίμου καθώς τα κράτη, και αν ακόμη δεν δεσμεύονται από το θετικό δίκαιο, εφαρμόζουν με πεποίθηση δικαίου την προσέγγιση της σχετικής ετεροδικίας όπως αυτή κωδικοποιείται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί Κρατικής Ετεροδικίας. Με την άποψη αυτή συντάχθηκε ένα μέρος της θεωρίας. Αντίθετη ήταν η μειοψηφία των τεσσάρων δικαστών του ΑΠ όπως και η θεωρία στην πλειοψηφία της.
Περαιτέρω υπήρξαν και άλλες αποφάσεις των ανωτάτων δικαστηρίων της Χώρας με αντίθετες παραδοχές.
Επίσης το Γερμανικό Κράτος προσέφυγε κατά της Ιταλίας, υπέρ της οποίας, δέον να σημειωθεί και παρενέβη το Ελληνικό Δημόσιο βάσει του άρθρου 62 του Καταστατικού του ΔΔΧ, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στις 23 Δεκεμβρίου 2008, ζητώντας να αναγνωριστεί ότι η Ιταλία παραβίασε την διεθνή της υποχρέωση για αναγνώριση ασυλίας στο γερμανικό κράτος, όταν είχε επιληφθεί σχετικού αιτήματός μας:
α) με το να δεχτεί την εκδίκαση ενώπιον των δικαστηρίων της των αγωγών των θυμάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κατά του γερμανικού κράτους,
β) με το να διακηρύξει την εκτελεστότητα των ελληνικών αποφάσεων στο έδαφός της και
γ) με το να εγγράψει υποθήκη εις βάρος της ‘‘Villa Vigoni’’, που εξυπηρετούσε δημόσιο σκοπό.
Στην απόφασή του το Δικαστήριο, σημείωσε πως δεν καλείται να δικάσει το εάν η Γερμανία έχει καθήκον αποκατάστασης έναντι των θυμάτων της Ιταλίας για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από το Γερμανικό Ράιχ, αλλά να αποφασίσει αν η παραβίαση υποχρέωσης Κράτους να εκπληρώσει πλήρως την υποχρέωση αποκατάστασης έχει έννομες συνέπειες ως προς την ύπαρξη και το πεδίο της ετεροδικίας του κράτους σε αλλοδαπά δικαστήρια και συμπέρανε ότι το διεθνές εθιμικό δίκαιο συνεχίζει να επιβάλλει το σεβασμό της κρατικής ετεροδικίας σε διαδικασίες που αφορούν αδικοπραξίες που φέρονται ότι τελέστηκαν στο έδαφος άλλου κράτους από τις ένοπλες δυνάμεις και άλλα όργανά του στο πλαίσιο της διεξαγωγής μίας ένοπλης σύγκρουσης. Επίσης πρόσφατα η Γερμανία, κατέθεσε νέα προσφυγή, κατά της Ιταλίας ζητώντας, παράλληλα, ασφαλιστικά μέτρα για να σταματήσει τις επιπτώσεις των αναγκαστικών μέτρων που πολλαπλασιάζονται σε βάρος της, στην γειτονική χώρα. Τώρα γεννάται το ερώτημα :
Διεκδίκηση Γερμανικών Αποζημιώσεων:
22 χρόνια μετά την έκδοση της απόφασης 11/2000 του Αρείου Πάγου για τα θύματα του Διστόμου.
Στα χρόνια που πέρασαν έκτοτε έγιναν κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Ενδεικτικά τον Μάρτιο του 2015 έγινε ομόφωνα δεκτή από τη Βουλή η πρόταση της τότε Πρόεδρου της Βουλής κ. Ζωής Κωσταντοπούλου για τη επανασύσταση, ανασυγκρότηση και αναβάθμιση της Επιτροπής Διεκδίκησης Γερμανικών Αποζημιώσεων, έγιναν προσπάθειες αναγκαστικής εκτελέσεως στην Ιταλική Δημοκρατία, ανακινήθηκε το ζήτημα σε ανώτερο πολιτειακό επίπεδο από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλο κατά την επίσκεψη της Άνγκελα Μέρκελ στην Ελλάδα στις 11 Ιανουαρίου του 2019, όλα τα κόμματα της Βουλής έχουν προβεί σε ανακοινώσεις και προτάσεις για την λύση του ζητήματος, επίσης 27.7.2016 η Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών εξέδωσε, με συντριπτική πλειοψηφία, το πόρισμα-έκθεσή της προτείνοντας έναν ολοκληρωμένο «οδικό χάρτη» πολιτικών, διπλωματικών και νομικών ενεργειών για τη διεκδίκηση των ελληνικών αξιώσεων επανόρθωσης.
Συγκεκριμένα:
– Συγκρότηση Επιτροπής Προώθησης της Διεκδίκησης αποτελούμενη από βουλευτές, δικαστικούς λειτουργούς, διεθνολόγους, ιστορικούς και νομικούς επιστήμονες, εκπροσώπους αντιστασιακών οργανώσεων, ενώσεων θυμάτων, του Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών 1940-1945, καθώς και του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών (ΕΣΔΟΓΕ).
– Κατάργηση του τέλους δικαστικού ενσήμου για τις αγωγές που αφορούν αποζημιώσεις για τα εγκλήματα που διέπραξαν οι ναζιστικές-φασιστικές δυνάμεις την περίοδο της τριπλής κατοχής της χώρας μας (1941-1945).
– Κατάργηση του άρθρου 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που θέτει τις αμετάκλητα αναγνωρισμένες αξιώσεις αποζημίωσης των θυμάτων υπό την αίρεση του εκάστοτε υπουργού Δικαιοσύνης,
– Επικύρωση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τη μη εφαρμογή του Θεσμού της Παραγραφής επί Εγκλημάτων Πολέμου και Εγκλημάτων κατά της Ανθρωπότητας, που έχει τεθεί σε ισχύ την 11η Νοεμβρίου 1970.
– Προώθηση συνεργειών με τις ομάδες Γερμανών νομικών, ιστορικών, συνταγματολόγων και γερμανικών οργανώσεων ευαίσθητων στα θέματα απόδοσης δικαιοσύνης κ.λπ., που πραγματοποιούν έναν πολυμέτωπο και πολύχρονο αγώνα για τη διεκδίκηση των οφειλών.
– Προσφυγή του Ελληνικού Δημοσίου σε διεθνή δικαιοδοτικά όργανα, όπως στο Διαιτητικό Δικαστήριο του άρθρου 28 της Συμφωνίας του Λονδίνου στις 27.2.1953 «περί εξωτερικών γερμανικών χρεών» [κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον Ν. 3480/1955 (ΦΕΚ Α΄ 6/1956) και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης].
– Ανασύσταση του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου. Η αναβίωση του Γραφείου κρίνεται αναγκαία, καθώς αυτό θα μπορούσε να διαδραματίσει κομβικό ρόλο τόσο στη νομική έρευνα για τα διεθνή ποινικά αδικήματα που διαπράχθηκαν στην Ελλάδα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (ανακάλυψη και προσαγωγή σε δίκη τυχόν επιζώντων εγκληματιών πολέμου) όσο και στις αστικές υποθέσεις που αφορούν τα εν λόγω εγκλήματα. Στη συνέχεια, στις 17.4.2019, με μεγάλη, δυστυχώς, καθυστέρηση η έκθεση-πόρισμα της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής συζητήθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής και υιοθετήθηκε μαζί με σχετική απόφαση που καλούσε την κυβέρνηση να ξεκινήσει τη διεκδίκηση. Στις 4.6.2019 η ελληνική κυβέρνηση, εφαρμόζοντας την απόφαση της Βουλής, απηύθυνε ρηματική διακοίνωση προς τη γερμανική εγείροντας τις αξιώσεις της για τις διακρατικές επανορθώσεις, το κατοχικό δάνειο, τους λεηλατημένους πολιτιστικούς θησαυρούς και τις επανορθωτικές αξιώσεις των άμαχων Ελλήνων πολιτών που είχαν πέσει θύματα των θηριωδιών του Γ’ Ράιχ. Τέλος ενθαρρυντικό στοιχείο αποτελεί και το γεγονός ότι υψηλοί Γερμανοί αξιωματούχοι έχουν αναγνωρίσει κατά καιρούς την ευθύνη της Γερμανίας για τα εγκλήματα του Γ’ Ράιχ. Αξιοσημείωτη είναι η δήλωση του Γερμανού δικαστή του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου Ντίτερ Ντάιζεροτ υπέρ της ελληνικής διεκδίκησης των αποζημιώσεων και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Der Spiegel , ο οποίος και προτείνει, σε ό,τι αφορά τον τρόπο διεκδίκησης, την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για το οποίο όμως απαιτείται συμφωνία του Βερολίνου, ή εναλλακτικά την προσφυγή στο Δικαστήριο Συμβιβασμού και Διαιτησίας του ΟΑΣΕ.
Πρέπει να αναφερθεί ακόμη πως τον Σεπτέμβριο του 2014 ο υφυπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, αρμόδιος για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, Μίχαελ Ροτ επανέλαβε την πάγια θέση της γερμανικής κυβέρνησης που θέλει το ζήτημα των επανορθώσεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου να έχει νομικά οριστικά διευκρινιστεί. Τόνισε όμως πως: «Αυτό δεν απαλλάσσει την Γερμανία από την ιστορική ευθύνη να εξετάσει τις φρικαλεότητες και τις αδικίες» και πως: «για μεγάλο χρονικό διάστημα οι αποζημιώσεις δεν τέθηκαν ως ανοιχτό θέμα στις γερμανοελληνικές σχέσεις» ενώ επανέλαβε την ελπίδα «το ζήτημα των αποζημιώσεων να μην εμποδίσει άλλα ζητήματα της συνεργασίας».
O Γερμανός υφυπουργός ένα χρόνο αργότερα με επιστολή του προς τον Μανώλη Γλέζο, ανέφερε ότι: «Τα εγκλήματα της περιόδου της Κατοχής, για τα οποία η χώρα μου, η Γερμανία, φέρει την ηθική ευθύνη, δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να λησμονηθούν» και ότι οι «αδικοπραξίες εναντίον αθώων ανθρώπων δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να “επανορθωθούν”, ωστόσο πρέπει να υπογραμμιστεί μέσω συγκεκριμένων έργων και χειρονομιών συμφιλίωσης, η αδιαμφισβήτητη ομολογία μας για την ιδιαίτερη ιστορική μας ευθύνη»
Παρά τα όσα παραπάνω θεωρούμενα ως θετικά, γίνεται αντιληπτό ότι όσον αφορά στις γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου είναι αναμφίβολο πως ο δρόμος της διεκδίκησης τους από τα θύματα της ναζιστικής λαίλαπας είναι μακρύς και δύσκολος.
Αφετηρία λοιπόν της διευθέτησης του φλέγοντος αυτού ζητήματος θα πρέπει να αποτελέσει η συστηματική διεκδίκηση και όχι περιστασιακά όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα.
Η ελληνική πολιτεία πρέπει να εκφράσει την πολιτική βούλησή της ρητά και αποφασιστικά, η οποία θα θέτει σύμφωνα με τη διπλωματική πρακτική και το διεθνές δίκαιο τα ζητήματα και θα προσκαλεί τη Γερμανική κυβέρνηση για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της και να υλοποιήσει όλες τις παραπάνω αναφερθείσες προτάσεις που έχει αποδεχθεί η Βουλή των Ελλήνων.
Θα πρέπει να γίνει σαφές μέσα από ουσιαστικό διάλογο πως μια χώρα σαν τη Γερμανία, που θέλει να αποκαλείται οδηγός στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης, που επιθυμεί να συμμετέχει στην καθοδήγηση της τύχης της παγκόσμιας κοινότητας, σαν μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας δεν μπορεί να εξακολουθεί να κρύβεται πίσω από υποκριτικά σχήματα πολιτικής και νομικής «αδυναμίας».
Άλλως και σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις δεν τελεσφορήσουν άλλος τρόπος επίλυσης του ζητήματος είναι η δικαιοδοτική οδός της προσφυγής στο Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου του 1953 (άρθρο 28), αφού πρώτα αντιμετωπισθεί το ζήτημα που δημιουργεί το άρθρο 7 παρ. 4 του χάρτη του Δικαστηρίου, που προσδιορίζει τη σύνθεσή του με τη συμμετοχή τεσσάρων μελών (από τα δέκα) διοριζομένων από τη Γερμανία, χωρίς αντίστοιχο δικαίωμα της Ελλάδος.
Τέλος δυνατότητα της Ελλάδος είναι η παροχή της προβλεπόμενης από το άρθρο 923 του Κ.Πολ.Δ. αδείας από τον Υπουργό Δικαιοσύνης προς επιβολή αναγκαστικής εκτέλεσης κατά αλλοδαπού, εν προκειμένω του Γερμανικού, Δημοσίου. Αλλά και τούτο όπως έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα δεν έχει καταστεί εφικτό, λόγω των επικαλούμενων από την εκάστοτε κυβέρνηση λόγων διατάραξης των διεθνών μας σχέσεων.
Ιστορικά λοιπόν για πρώτη φορά το 1925 η ελληνική έννομη τάξη ένιωσε την ανάγκη να απαγορεύσει ρητώς την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν αυτή στρέφεται εναντίον ξένου κράτους, που δεν συμμορφώνεται εκουσίως με εκείνες τις υποχρεώσεις του, για τις οποίες ο αντίδικός του δανειστής έχει ήδη εκτελεστό τίτλο. Αυτή η απαγόρευση θεσπίστηκε, όταν η χώρα μας, τόσο στο εσωτερικό της, όσο και διεθνώς, παρέπαιε, κάτω από τις επιπτώσεις της καταστροφής του ελληνισμού της Μικράς Ασίας, καθημαγμένη και αδύναμη, ενώ ασταθείς και βραχύβιες κυβερνήσεις αλληλοδιαδέχονταν αλλήλας, κάποτε και υπό την πίεση στρατιωτικών πραξικοπημάτων. Μέσα σ’ εκείνο το γενικότερο βαρύ πολιτικό κλίμα είχε εκδοθεί το ν.δ. της 30/31 Δεκ. 1925 «περί απαγορεύσεως πράξεων εν Ελλάδι επί πραγμάτων ενδιαφερόντων ξένον κράτος άνευ αδείας του υπουργείου της Δικαιοσύνης». Αυτή η ειδική νομοθεσία καταργήθηκε μεν με τον α.ν. 1519/1938 «περί αναγκαστικής εκτελέσεως και συντηρητικών μέτρων επί περιουσίας αλλοδαπών κρατών», πλην μόνο τυπικώς, αφού ουσιαστικώς την ρύθμισε εφεξής κατά τρόπο πάγιο. Το άρθρο 1 του α.ν. 1519/1938 φερόταν ν’ αποδέχεται μεν το επιτρεπτό της αναγκαστικής εκτέλεσης εναντίον αλλοδαπού Δημοσίου, όμως την είχε εξαρτήσει από την προηγούμενη άδεια του υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία έκτοτε ουδέποτε δόθηκε. Στο άρθρο 2 του ίδιου αναγκαστικού νόμου οριζόταν ότι «κατά της αποφάσεως του υπουργού Δικαιοσύνης περί παροχής ή μη της κατά το άρθρον 1 αδείας δεν επιτρέπεται προσφυγή δια της δικαστικής ή διοικητικής οδού, ουδέ γεννάται εκ της αποφάσεως ταύτης ευθύνη του Δημοσίου». Επρόκειτο λοιπόν για μια άγνωστη σε άλλες ευρωπαϊκές έννομες τάξεις αυταρχική ρύθμιση του δικαίου της ανάγκης. Ο κώδικας πολιτικής δικονομίας, που εισήχθη το έτος 1968, ως σήμερα έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εμμένει σ’ αυτήν τη ρύθμιση, έτσι σήμερα το άρθρο 923 του Κ. Πολ.Δ. ορίζει ότι αναγκαστική εκτέλεση κατά αλλοδαπού Δημοσίου δεν μπορεί να γίνει χωρίς προηγούμενη άδεια του υπουργού της δικαιοσύνης. Μολοντούτο, σε δογματικό επίπεδο, προτού ακόμη να τεθεί θέμα παροχής ή μη άδειας του υπουργού Δικαιοσύνης, η αναγκαστική εκτέλεση εναντίον αλλοδαπού Δημοσίου αποκλείεται σε μεγάλη έκταση σε τρία άλλα, πρότερα, επίπεδα:
(α) κατά το εθιμικό δημόσιο διεθνές δίκαιο,
(β) κατά το συμβατικό δημόσιο διεθνές δίκαιο, και
(γ) κατά το ελληνικό γενικό δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, στην έκταση που αυτό αποκλείει την αναγκαστική κατάσχεση πραγμάτων εκτός συναλλαγής.
Μετά από τα παραπάνω θα έλεγα ότι οι προσπάθειες για την δικαίωση πρέπει να είναι συνεχείς, επίμονες, διεκδικητικές, συλλογικές καθώς υπάρχει επιτακτική η ανάγκη να υλοποιηθεί θριαμβευτικά τόσο σε νομικό όσο και σε ηθικό επίπεδο η φράση του Βολτέρου :
«Η καλυτέρα πράξη της ανθρωπότητας είναι η απόδοση δικαιοσύνης»
—————————————————-
Η διεκδίκηση συνεχίζεται διαβάστε τι μας δήλωσαν:
O Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Θηβών -Λεβαδείας και Αυλίδος κ.κ. Γεώργιος

Στην ηθική ενός τόπου που διαμελίζεται συνεχώς και δεν βρίσκει ησυχία. Τα όσα έγιναν σε εκείνο το χωριό,δεν μπορεί να τα εξιστορήσει ανθρωπος.Η δικαιοσύνη είναι τυφλή και η ελπίδα πρέπει να προσπερνά κάθε ανάχωμα για να επιφέρει την ηθική ισορροπία. Η πιο εύκολη λύση θα ήταν να προσπαθήσεις να ξεχάσεις τα όσα εγιναν,να τα σκεπάσεις ,αλλα τα παιδιά που πεταγόντουσαν στην φωτιά ζωντανά από τους SS δεν ξεχνιούνται ,δεν σκεπάζονται σε ένα πολιτισμένο κράτος,σε μια πολιτισμένη κοινωνία αλλα τα εγκλήματα τιμωρούνται με δικαστικές αποφάσεις που υλοποιούνται ,αν και εικοσιπέντε χρόνια μετά την απόφαση ,αν και μετά από 78 χρόνια από το τραγικό γεγονός. Για αυτά τα παιδιά που δεν φταίνε ποτέ σε τίποτα, που είναι οι αδύναμοι κρίκοι της αλυσίδας της κοινωνίας μας και δεν θα αναπαυθούν ποτέ οι ψυχές τους για τα όσα έζησαν με τις πρώτες τους ανάσες σε αυτή τη ζωή και το κόσμο τον πολιτισμένο μας. Δεν θα πάψουν ποτε αυτές οι ψυχές που θα ήταν ζωές αν δεν ερχόταν το χέρι του κτήνους, του φασισμού να τα ακυρώσει, ναι να τα ακυρώσει και να μην υποστεί καμία συνέπεια. Για κανένα παιδί ποια.
Λίγα ιστορικά στοιχεία από το παρελθόν της υπόθεσης.
Τον Ιούλιου του 1995 όσοι επέζησαν από την τρομακτική πολιτική του εθνοσοσιαλισμού πήραν την υπόθεση στα χέρια τους,αφου για χρόνια οι ενώσεις τους προσπαθούσαν ανεπιτυχώς με εκκλήσεις και υπομνήματα να ασκήσουν επιρροή στις λιμνάζουσες, διπλωματικά -ποιητικά, αντιπαραθέσεις. Ως πλατφόρμα χρησιμοποίησαν τις νεοϊδρυόμενες υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης (νομαρχίες)και ο Γιάννης Σταμούλης ,ο νομάρχης της Βοιωτίας,εξελίχθηκε στον σημαντικότερο τους εκπρόσωπο. Ο πρώην σοσιαλιστής ευροβουλευτής και νομικός χρησιμοποίησε εδώ μια διαδικασία ,ή οποία είχε ανακαλυφθεί αυτήν την εποχή και από τους επιζώντες στις ΗΠΑ πρώην σκλάβους στρατοπέδων συγκέντρωσης, τη συλλογική δικαστική προσφυγή.
Την αγωγή κατέθεσαν οι δικηγόροι Ιωάννης Περγαντάς (πρώην Δήμαρχος ) -Ταξιάρχης Γαλανός και ο σημερινός Βουλευτής Ανδρεας Κουτσούμπας,στις 12 Δεκεμβρίου του 1996 στο Πρωτοδικείο Λιβαδειάς.
Εδώ επιβάλλονταν γρήγορες κινήσεις ,διότι οι αστικές αξιώσεις παραγράφονταν στην Ελλάδα πέντε έτη μετά την ισχύ του καθοριστικού για αυτές νόμου.Στη νομαρχία της Βοιωτίας βρίσκονται αναρίθμητα μαρτυρικά χωριά,μεταξύ αυτών και το Δίστομο.Απο εδώ άρχισε η εκστρατεία και σύντομα μπόρεσε να παραδοθεί η πρώτη συλλογική προσφυγή κατά της Ομοσπονδιακής Γερμανίας στο τοπικό δικαστήριο της Λιβαδειάς.
Η εκστρατεία απέκτησε τεράστια δυναμική με αποτέλεσμα
και άλλες νομαρχίες και αυτοδιοίκητές πρωτοβουλίες συνδέθηκαν με την προσπάθεια ,μεταξύ αυτών και η Ισραηλίτικη Κοινότητα Θεσσαλονίκης .Εως το τέλος του Αυγούστου 1995 υπολογίζονται 40.000 συμμετέχοντες, ενώ κατά το τέλος της προθεσμίας υποβολής ήταν πάνω από 60.000.
Ο μιντιακός πολιτικός αντίκτυπος ήταν τεράστιος. Οι αντιπαραθέσεις για τον ατομικό συμψηφισμό των γερμανικών εγκλημάτων πολέμου είχαν γίνει ένα μαζικό φαινόμενο.
Εξαιτίας αυτού η αθηναϊκή πολιτική τάξη βρέθηκε σε μεγάλη πίεση. Απο τη μία έπρεπε να λάβει υπόψη της ότι είχε να κάνει με μία περιφερειακή “παράλληλη διπλωματία”,η οποία ισχυροποιούσε το προφίλ της όλο και περισσότερο και από την άλλη ,η γερμανική γραφειοκρατία των επανορθώσεων ,μετα από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων του αιφνιδιασμού από την εκστρατεία ,αντιμετώπισε πολύ αρνητικά το ζήτημα.
Πηγή: “Η οφειλή των επανορθώσεων -Υποθήκες της Γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα και της Ευρώπη.”του Karl Heinz Roth & Hartmut Rubner του 2017 σε μετάφραση και έκδοση στην Ελλάδα “Ο Τόπος μου” του 2019, από την εθελοντική ομάδα δράσης Ν.Πιερίας
“Η μαρτυρική πόλη του Διστόμου από την μαύρη εκείνη ημέρα σφαγής του αθώου άμαχου πληθυσμού της, την 10η Ιουνίου του 1944, κατά θηριώδη τρόπο από τα χιτλερικά στρατεύματα κατοχής, έχει ήδη καταστεί διεθνώς πανανθρώπινο σύμβολο θυσίας και αντίστασης του λαού στην βαρβαρότητα. Ο απολογισμός της σφαγής σε αριθμούς είναι γνωστός, 218 νεκροί άοπλοι πολίτες και ανάμεσα σ’ αυτούς 20 νήπια και 6 αβάπτιστα βρέφη!
Το ολοκαύτωμα του Διστόμου είναι ένα γεγονός αποτρόπαιο και καταδικαστέο από όλη την ανθρωπότητα. Και δεν πρέπει ποτέ και για κανένα λόγο να επαναληφθεί πουθενά στον κόσμο. Ο σεβασμός της ζωής των συνανθρώπων μας αποτελεί την κορωνίδα της κοινωνίας μας. Το ολοκαύτωμα του Διστόμου μάς υπενθυμίζει ότι η βία και ο ναζισμός οδηγούν σε καταστροφικά αποτελέσματα για την ανθρωπότητα.
Τα αποτελέσματα του ναζισμού και της βίας των κατακτητών τα έζησε η περιοχή μας με τον χειρότερο τρόπο, τα έζησε το μαρτυρικό Δίστομο με τις 218 ανθρώπινες απώλειες, τα έζησε το γειτονικό Στείρι, στο οποίο έβαλαν φωτιά όπως και στην Ιερά Μονή του Οσίου Λουκά τον Ιούνιο του 1944, λίγες μέρες μετά τη σφαγή στο Δίστομο. Ενώ ένα χρόνο νωρίτερα, στις 26 Αυγούστου του 1943, η Ιερά Μονή του Οσίου Λουκά δέχτηκε το βάρβαρο βομβαρδισμό της με 18 βόμβες από τρία γερμανικά στούκας. Επίσης, την πυρπόληση των χωριών τους έζησαν οι κάτοικοι του Κυριακίου, του Ζερικίου, της Θίσβης, της Δομβραίνας, των Χωστίων, της Αγίας Άννας, του Αγίου Θωμά, ενώ έχουμε κι άλλους μαρτυρικούς τόπους, όπου οι Γερμανοί εκτέλεσαν συνανθρώπους μας, όπως τον Καρακόλιθο, το Καλάμι.
Δολοφονίες αμάχων, απώλειες ανθρώπινων ζωών, πυρπολήσεις χωριών, καταστροφές μνημείων, υποδομών (δρόμων, γεφυρών κ.ά) είναι μερικές από τις βαρβαρότητες που διέπραξαν οι κατακτητές στην Ελλάδα.
Το Δίστομο κινήθηκε νομικά εναντίον του Γερμανικού κράτους ζητώντας αποζημίωση για το ολοκαύτωμα που στιγμάτισε όλη την πορεία του χωριού και των κατοίκων του από το 1944 μέχρι σήμερα. Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι φυσικά υπέρ του Διστόμου και μέχρι σήμερα παραμένει ανεκτέλεστη.
Δικαίως, λοιπόν, έχει επιδικαστεί από το δικαστήριο αποζημίωση για τις επανορθώσεις από τις λεηλασίες και τις βαρβαρότητες των Γερμανών, που υπέστη το μαρτυρικό Δίστομο. Η απόφαση αυτή αποτελεί πρωτίστως ηθική δικαίωση του λαού του Διστόμου, όλων των μαρτυρικών πόλεων αλλά και όλου του Ελληνικού λαού.
Οφείλουν, λοιπόν, όλοι να σεβαστούν τις αποφάσεις των δικαστηρίων και πλέον με ομόνοια να ζήσουμε αδελφωμένοι οι δυο λαοί, ο Ελληνικός και ο Γερμανικός.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας προσεύχεται και εύχεται να μην υπάρξουν στο μέλλον άλλα τέτοια «ολοκαυτώματα», όπως αυτό του Διστόμου, αλλά με αίσθημα προφητικής ευθύνης διδάσκει και προειδοποιεί τους ανθρώπους, ως άτομα καί ως σύνολα, για τον κίνδυνο του «δαιμονικού στοιχείου» που υπάρχει γύρω μας και κρύβεται μέσα μας, και το οποίο αν αφεθεί ανεξέλεγκτο οδηγεί πάντοτε σε τραγικά συμπτώματα απανθρωπισμού και βαρβαρότητας. Άμα σκοτώσουμε τον Θεό, άμα πιστέψουμε «ότι ο Θεός πέθανε» τότε όλα επιτρέπονται … όλα και τα πιο απαίσια και τα πιο απάνθρωπα …
Ο κ.Κουτσούμπας βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στο νομό Βοιωτίας αλλά και ένας εκ των δικηγόρων που κατάθεσε την αγωγή δήλωσε:
Αυτή είναι η θέση της Ελλάδας που έχει εκφρασθεί από όλους τους πολιτικούς και πολιτειακούς παράγοντες.Ειδικότερα:
Α. Μέσα στο πλαίσιο Ιστορικής Μνήμης -και μακριά από κάθε λογική αντεκδίκησης, που είναι παντελώς ξένη σ’ εμάς, τους Έλληνες- εντάσσουμε και τις αξιώσεις της Ελλάδας ως προς το κατοχικό δάνειο και τις εν γένει αποζημιώσεις για τα θύματα και τις υλικές καταστροφές της ναζιστικής θηριωδίας. Και τούτο διότι η Δικαιοσύνη της Ιστορίας, προκειμένου το μήνυμα “Δεν ξεχνάμε, Ποτέ ξανά” να καταστεί πράξη, απαιτεί από τους θύτες να ολοκληρώσουν την “συγγνώμη” τους αποδίδοντας στην Ελλάδα αυτό που δικαιωματικώς της ανήκει. Πράγμα που σημαίνει πως αν η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας εννοεί και αναγνωρίζει, στο ακέραιο, τις ευθύνες της για το ναζιστικό παρελθόν της οφείλει, αμέσως, να πράξει έναντι της Ελλάδας εκείνο, το οποίο επιβάλλει τόσον η Ιστορική διαδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο κοινός μας Ευρωπαϊκός Πολιτισμός, ιδίως δε ο κοινός μας Ευρωπαϊκός Νομικός Πολιτισμός. Και επ’ αυτού υπενθυμίζω τις βασικές μας θέσεις -που είναι και Εθνικές μας Θέσεις, αφότου συντελέσθηκαν τα εγκλήματα της ναζιστικής θηριωδίας κατά της Ελλάδας και του Ελληνικού Λαού- ως προς τις ως άνω αξιώσεις μας. Διευκρινίζεται, ευθύς εξ αρχής, ότι έχουμε να κάνουμε με δύο εντελώς διαφορετικά, από νομική άποψη, θέματα.
Ήτοι:
Β. Πρώτον, με το κατοχικό δάνειο προς την Γερμανία, το οποίο συνήφθη υποχρεωτικώς –ορθότερα με καταναγκαστικό και εκβιαστικό τρόπο- μεταξύ της κατοχικής Ελληνικής κυβέρνησης και της Γερμανίας, προς συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής. Εδώ πρόκειται, λοιπόν, από νομική σκοπιά για ενοχή εκ συμβάσεως. Άρα, η αντίστοιχη εκ της συμβάσεως απαίτηση της Ελλάδας είναι ενδοσυμβατικής -και όχι αδικοπρακτικής- προέλευσης. Επομένως για την απαίτηση αυτή δεν τίθεται ούτε θέμα παραγραφής ούτε θέμα παραίτησης. Τίθεται μόνο ζήτημα συνολικού υπολογισμού της ως σήμερα. Ας σημειωθεί, ότι η Ελληνική θέση γίνεται νομικώς τόσο περισσότερο ισχυρή, όσον η αποπληρωμή του δανείου είχε αρχίσει ήδη από την κατοχική περίοδο.
Γ. Και, δεύτερον, με τις αποζημιώσεις λόγω ανθρώπινων θυμάτων και υλικών καταστροφών στην Ελλάδα από τα στρατεύματα κατοχής. Η από Ελληνικής πλευράς νομική βάση των αποζημιωτικών απαιτήσεων κατά της Γερμανίας βρίσκει σταθερό έρεισμα κυρίως στις διατάξεις του άρθρου 3 της Δ΄ Σύμβασης της Χάγης του 1907, οι οποίες κωδικοποίησαν και τις ως τότε διατάξεις του Δικαίου του Πολέμου.
Δ. Από τα όσα εκτέθηκαν προκύπτει ότι οι ως άνω αξιώσεις μας, από τις οποίες ουδέποτε και καθ’ οιονδήποτε τρόπο έχουμε παραιτηθεί, είναι πάντα νομικώς ενεργές –πράγμα που σημαίνει ότι δεν τίθεται κανένα θέμα παραγραφής- και δικαστικώς επιδιώξιμες.
Και ο κοινός μας Ευρωπαϊκός Νομικός Πολιτισμός, ως μέρος του εν γένει κοινού μας Ευρωπαϊκού Πολιτισμού που συντίθεται από τις διατάξεις αλλά και από τις θεμελιώδεις αρχές και τις αξίες της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς Νομιμότητας, επιβάλλει την σχετική απόφαση να την λάβει αρμόδιο δικαιοδοτικό Forum, με βάση το σύνολο του εφαρμοζόμενου, εν προκειμένω, Διεθνούς Δικαίου. Η θέση αυτή είναι, κυριολεκτικώς, Εθνική και, κατά συνέπεια, αδιαπραγμάτευτη. Πολλώ μάλλον όταν την θέση αυτή ενισχύει, πλέον, καταλυτικώς η πρόσφατη γνωμοδότηση (2019) της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εμπειρογνωμόνων του Γερμανικού Κοινοβουλίου (Bundestag). Η οποία αφενός αναγνωρίζει ότι δεν τίθεται ζήτημα παραίτησης ή παραγραφής των αξιώσεων στην Ελλάδα. (Θέση τέως προέδρου Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου).
Είναι λυπηρό που η Γερμανία αρνείται να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Σαν μέλος της Ε.Ε που σέβεται τους κανόνες της Δημοκρατίας και του Διεθνούς Δικαίου οφείλει άμεσα να κάνει το πρώτο – επόμενο βήμα.
Η χώρα μας παρά την συνεχιζόμενη άρνησή της θα συνεχίσει τον αγώνα μέχρι δικαίωσής της – επίλυσης του θέματος μέσα στα πλαίσια των κανόνων δικαίου.
Τέλος σημειώνω ότι απετέλεσε ιδιαίτερη τιμή για μένα να υπερασπισθώ – δικάσω την υπόθεση στο Πρωτοδικείο Λιβαδειάς για λογαριασμό των κατοίκων του Διστόμου.”
Η Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ δήλωσε:
κ.Γιώτα Πούλου :
“Η διεκδίκηση επανορθώσεων από το γερμανικό κράτος για την αποκατάσταση της εξοντωτικής ζημίας που υπέστη η Ελλάδα από τη ναζιστική κατοχή αποτελεί μείζονα εθνική επιταγή, αλλά και κρίσιμη ηθική υποχρέωση για όλους μας.
Σύμφωνα με την Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τις γερμανικές οφειλές, η διεκδίκηση αυτή αφορά στις επανορθώσεις για τις καταστροφές οικισμών και υποδομών, στην αποπληρωμή του κατοχικού δανείου, στην επιστροφή των αρχαιολογικών θησαυρών, αλλά και στις αποζημιώσεις στους συγγενείς των θυμάτων, όπως στην περίπτωση του Μαρτυρικού Διστόμου.
Ειδικά για το τελευταίο σκέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι φέτος συμπληρώνονται 25 χρόνια από την ιστορική απόφαση του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς υπέρ των κατοίκων του Διστόμου, που άνοιξε τον δρόμο για τις δικαστικές ενέργειες των οικογενειών των θυμάτων. Έγιναν πολλά βήματα μέσα σε αυτά τα χρόνια, αλλά μένει να γίνουν ακόμη αρκετά για την τελική δικαίωσή τους.
Επιπλέον, η ομόφωνη απόφαση που έλαβε η Βουλή των Ελλήνων στις 17Απριλίου 2019 για τον ανοικτό και απαράγραπτο χαρακτήρα των ελληνικών αξιώσεων απέναντι στη Γερμανία, κατόπιν της αταλάντευτης πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, μας προσέφερε ένα ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο. Μπορέσαμε να συνεχίσουμε τη διεκδίκηση μέσα από διακρατικές παρεμβάσεις, καμπάνια ενημέρωσης των ευρωπαϊκών κοινοβουλίων, νομικό αγώνα, καθώς και μέσω της ρηματικής διακοίνωσης προς τη Γερμανία που επιδόθηκε τον Ιούνιο του 2019.
Ωστόσο, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει «παγώσει» το θέμα. Δεν έχει προβεί σε καμία ουσιαστική ενέργεια ή δήλωση προς τη γερμανική κυβέρνηση, ενώ δεν απαντά καν στις σχετικές ερωτήσεις της αντιπολίτευσης στη Βουλή. Παράλληλα, η απόρριψη από την γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή, το 2021, της πρότασης για καταβολή των αποζημιώσεων δείχνει ότι η άλλη πλευρά δεν εγκαταλείπει την άκαμπτη στάση της…
Οι πόλεμος στην Ουκρανία, όμως, συνθέτει ένα νέο διεθνές διπλωματικό σκηνικό. Η ελληνική Πολιτεία πρέπει να είναι έτοιμη να εκμεταλλευτεί κάθε ευκαιρία και δυνατότητα για τη διεκδίκηση των επανορθώσεων επί νέας βάσης.
Όσο δεν αποδίδεται δικαιοσύνη για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, όσο δεν τιμωρούνται οι θύτες και δεν αποζημιώνονται τα θύματα, τόσο πιο εύκολη θα είναι η επανάληψή τους.
Ως ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ θα αγωνιστούμε μέχρι την τελική δικαίωσή τους.”
O Βουλευτού Βοιωτίας του ΚΙΝΑΛ ΠΑΣΟΚ κ. Μουλκιώτη:
Το ζήτημα, των «πολεμικών επανορθώσεων» αποτελεί μια υπόθεση που διαθέτει νομική και πολιτική όψη.
Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας οφείλει να αποδείξει εμπράκτως ότι αντιμετωπίζει όλες τις πτυχές του εν λόγω ζητήματος. Δηλαδή όχι μόνο την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, αλλά και την ιστορική μνήμη και τις νομικές αξιώσεις της χώρας.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, κατ’ επανάληψη έχει θέσει το θέμα της διεκδίκησης των γερμανικών επανορθώσεων κατ’ επανάληψη στην Βουλή των Ελλήνων αλλά και σε διάφορα φόρα και οργανισμούς.
Να υπενθυμίσω ότι η πιο πρόσφατη πρωτοβουλία μας, αποτελεί το ψήφισμα που κατέθεσα από κοινού με τον συνάδελφο βουλευτή Ηρακλείου, Βασίλη Κεγκέρογλου στο 3ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, τον Μάϊο 2022. Ψήφισμα που αναγγέλθηκε με ιδιαίτερα θερμό τρόπο από τον Πρόεδρο του Συνεδρίου, Πέτρο Ευθυμίου και εγκρίθηκε ομόφωνα.
Με το εν λόγω ψήφισμα για τη διεκδίκηση των Γερμανικών αποζημιώσεων για τα εγκλήματα των ναζί στην Ελλάδα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τονίζουμε ότι όσο δεν τιμωρούνται οι θύτες και δεν αποζημιώνονται τα θύματα, η ανθρωπότητα διατρέχει τον κίνδυνο επανάληψης των εγκλημάτων αυτών και πως, σε κάθε περίπτωση, ο αγώνας για Δικαιοσύνη αποτελεί αγώνα για την Ειρήνη και τη Δημοκρατία και ενώνει τους λαούς.
Γι’ αυτό, καλούμε την ελληνική κυβέρνηση να υλοποιήσει άμεσα την ιστορική απόφαση της Βουλής των Ελλήνων της 17ης Απριλίου 2019 και, σε συνεργασία με τα πολιτικά κόμματα και τους θεσμικούς φορείς, να χαράξει εθνική στρατηγική στη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών, αξιοποιώντας όλα τα διαθέσιμα πολιτικά καθώς και νομικά – δικαστικά μέσα.
Αυτές οι εθνικές αξιώσεις μας, είναι απαράγραπτες.
H Αντιπεριφερειάρχης κ. Παπαθωμά:
«Την Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022 στο Ενοριακό Κέντρο Αγ. Νικολάου Διστόμου είχαμε την δυνατότητα ως Περιφερειακό Συμβούλιο Στερεάς Ελλάδας να ξαναμιλήσουμε για το Δίστομο και τις Γερμανικές αποζημιώσεις και να ενημερωθούμε από τον Περιφερειάρχη Στερεάς Ελλάδας κ. Φάνη Σπανό και τον Δήμαρχο Διστόμου – Αράχοβας – Αντίκυρας κ. Γιάννη Σταθά για την πορεία της υπόθεσης από το 1995 μέχρι σήμερα, αλλά και την προσπάθεια που συνεχίζεται για τον υψηλό αυτό σκοπό. Θα επαναλάβω αυτό που δήλωσε – μεταξύ άλλων – και ο κ. Σπανός, ότι δηλαδή «έχουμε τελεσίδικες αποφάσεις για τον καταλογισμό αλλά η εκτελεστικότητα λόγω ετεροδικίας δεν είχε προχωρήσει. Το 2016 επετεύχθη. Το συνταγματικό δικαστήριο της χώρας υπερτερεί των ευρωπαϊκών οργάνων και η Γερμανία δεν το αποδέχεται.». Προσωπικά, πιστεύω ότι η ανάδειξη του Μουσείου Θυμάτων Ναζισμού που έχουμε στο Δίστομο αποτελεί όχι μόνο μια περιφερειακή, αλλά εθνική υπόθεση»
Το μαρτυρικό Δίστομο δραστηριοποιείται ενεργά και συνεχώς προς την διεκδίκησή. Απο το 1978 παρέδωσε το Μαυσωλείο των θυμάτων, που βρίσκεται στο λόφο του Διστόμου και εκεί βρίσκεται και το οστεοφυλάκιο των θυμάτων, όχι μόνο ως μνημείο αλλά και ως σημείο έρευνας και αποδείξεων των όσων συνέβησαν εκείνη την εποχή.

Αντίστοιχα το Μουσείο Θυμάτων του Ναζισμού από το 2015 έχει δεχθεί επισκέπτες πάνω από 75.000 κόσμου και σχολείων και μεταφέρει την εφιαλτική μνήμη για να μην συμβούν ξανά τα ίδια. Και πάντα μέχρι να αποδοθούν, διεκδικεί, τις Γερμανικές επανορθώσεις στο Μαρτυρικό Δίστομο, που τα λόγια πολλές φορές είναι λίγα για να περιγράψουν τα όσα βίωσαν οι κάτοικοι του ,όχι από τον καθαυτού πόλεμο, αλλά από τις θηριωδίες των SS στις 10 Ιουνίου του 1940.

Στην ηθική ενός τόπου που διαμελίζεται συνεχώς και δεν βρίσκει ησυχία. Τα όσα έγιναν σε εκείνο το χωριό,δεν μπορεί να τα εξιστορήσει ανθρωπος.Η δικαιοσύνη είναι τυφλή και η ελπίδα πρέπει να προσπερνά κάθε ανάχωμα για να επιφέρει την ηθική ισορροπία. Η πιο εύκολη λύση θα ήταν να προσπαθήσεις να ξεχάσεις τα όσα εγιναν,να τα σκεπάσεις ,αλλα τα παιδιά που πεταγόντουσαν στην φωτιά ζωντανά από τους SS δεν ξεχνιούνται ,δεν σκεπάζονται σε ένα πολιτισμένο κράτος,σε μια πολιτισμένη κοινωνία αλλα τα εγκλήματα τιμωρούνται με δικαστικές αποφάσεις που υλοποιούνται ,αν και εικοσιπέντε χρόνια μετά την απόφαση ,αν και μετά από 78 χρόνια από το τραγικό γεγονός. Για αυτά τα παιδιά που δεν φταίνε ποτέ σε τίποτα, που είναι οι αδύναμοι κρίκοι της αλυσίδας της κοινωνίας μας και δεν θα αναπαυθούν ποτέ οι ψυχές τους για τα όσα έζησαν με τις πρώτες τους ανάσες σε αυτή τη ζωή και το κόσμο τον πολιτισμένο μας. Δεν θα πάψουν ποτε αυτές οι ψυχές που θα ήταν ζωές αν δεν ερχόταν το χέρι του κτήνους, του φασισμού να τα ακυρώσει, ναι να τα ακυρώσει και να μην υποστεί καμία συνέπεια. Για κανένα παιδί ποια.

Λίγα ιστορικά στοιχεία από το παρελθόν της υπόθεσης.
- Τον Ιούλιου του 1995 όσοι επέζησαν από την τρομακτική πολιτική του εθνοσοσιαλισμού πήραν την υπόθεση στα χέρια τους,αφου για χρόνια οι ενώσεις τους προσπαθούσαν ανεπιτυχώς με εκκλήσεις και υπομνήματα να ασκήσουν επιρροή στις λιμνάζουσες, διπλωματικά -ποιητικά, αντιπαραθέσεις. Ως πλατφόρμα χρησιμοποίησαν τις νεοϊδρυόμενες υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης (νομαρχίες)και ο Γιάννης Σταμούλης ,ο νομάρχης της Βοιωτίας,εξελίχθηκε στον σημαντικότερο τους εκπρόσωπο. Ο πρώην σοσιαλιστής ευροβουλευτής και νομικός χρησιμοποίησε εδώ μια διαδικασία ,ή οποία είχε ανακαλυφθεί αυτήν την εποχή και από τους επιζώντες στις ΗΠΑ πρώην σκλάβους στρατοπέδων συγκέντρωσης, τη συλλογική δικαστική προσφυγή.
- Την αγωγή κατέθεσαν οι δικηγόροι Ιωάννης Περγαντάς (πρώην Δήμαρχος ) -Ταξιάρχης Γαλανός και ο σημερινός Βουλευτής Ανδρεας Κουτσούμπας,στις 12 Δεκεμβρίου του 1996 στο Πρωτοδικείο Λιβαδειάς.
- Εδώ επιβάλλονταν γρήγορες κινήσεις ,διότι οι αστικές αξιώσεις παραγράφονταν στην Ελλάδα πέντε έτη μετά την ισχύ του καθοριστικού για αυτές νόμου.Στη νομαρχία της Βοιωτίας βρίσκονται αναρίθμητα μαρτυρικά χωριά,μεταξύ αυτών και το Δίστομο.Απο εδώ άρχισε η εκστρατεία και σύντομα μπόρεσε να παραδοθεί η πρώτη συλλογική προσφυγή κατά της Ομοσπονδιακής Γερμανίας στο τοπικό δικαστήριο της Λιβαδειάς.
- Η εκστρατεία απέκτησε τεράστια δυναμική με αποτέλεσμα
- και άλλες νομαρχίες και αυτοδιοίκητές πρωτοβουλίες συνδέθηκαν με την προσπάθεια ,μεταξύ αυτών και η Ισραηλίτικη Κοινότητα Θεσσαλονίκης .Εως το τέλος του Αυγούστου 1995 υπολογίζονται 40.000 συμμετέχοντες, ενώ κατά το τέλος της προθεσμίας υποβολής ήταν πάνω από 60.000.
- Ο μιντιακός πολιτικός αντίκτυπος ήταν τεράστιος. Οι αντιπαραθέσεις για τον ατομικό συμψηφισμό των γερμανικών εγκλημάτων πολέμου είχαν γίνει ένα μαζικό φαινόμενο.
- Εξαιτίας αυτού η αθηναϊκή πολιτική τάξη βρέθηκε σε μεγάλη πίεση. Απο τη μία έπρεπε να λάβει υπόψη της ότι είχε να κάνει με μία περιφερειακή “παράλληλη διπλωματία”,η οποία ισχυροποιούσε το προφίλ της όλο και περισσότερο και από την άλλη ,η γερμανική γραφειοκρατία των επανορθώσεων ,μετα από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων του αιφνιδιασμού από την εκστρατεία ,αντιμετώπισε πολύ αρνητικά το ζήτημα.
- Πηγή: “Η οφειλή των επανορθώσεων -Υποθήκες της Γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα και της Ευρώπη.”του Karl Heinz Roth & Hartmut Rubner του 2017 σε μετάφραση και έκδοση στην Ελλάδα “Ο Τόπος μου” του 2019, από την εθελοντική ομάδα δράσης Ν.Πιερίας