Σε συνέχεια της εξώδικης απάντησης του Μητροπολίτη προς τους εκατοντάδες διαμαρτυρόμενους Πολίτες, όσον αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς που διέπει την Ιερά Μονή Κουτσουρού και το ήθος των μοναχών που υπεραμύνεται ο Μητροπολίτης, θα θέλαμε προς ενημέρωση του κοινού να επισημάνουμε τα παρακάτω:
- Ιδιοκτησιακό καθεστώς κατοχυρώνεται, εάν και εφόσον υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας οποιασδήποτε μορφής. Πριν λοιπόν ο Μητροπολίτης και η αδελφότητα των μοναχών προβούν σε διεκδικήσεις και δικαστικές διενέξεις να προσκομίσουν τους (ανύπαρκτους) τίτλους τους.
- Προκειμένου οι πολίτες να ενημερωθούν για την ποιότητα, την ορθότητα και το κύρος των λεγομένων του Μητροπολίτη, ως προς το ήθος και την προσωπικότητα της Ηγουμένης σας παραπέμπουμε:
α) Στο υπ’ αριθ. 1256 από 27 Σεπτεμβρίου 2007 έγγραφο του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Χαλκίδας κ. Χρυσόστομου προς τον Ιερόν Κλήρον καθώς και
β) Στη συνέντευξη του στο περιοδικό Παρρησία, τεύχος 15, Άνοιξη 2010 ο οποίος αναφέρεται στα έργα και τις ημέρες της Μαριάμ (σελ. 29-31), όταν αυτή ήταν Ηγουμένη στη Μονή Μακρυμάλλη και τα οποία σας επισυνάπτουμε.
ΟΙ ΑΙΤΟΥΝΤΕΣ-ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΌΜΕΝΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΧΑΛΚΙ∆ΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΑΡΡΗΣΙΑ ΑΝΟΙΞΗ 2010 ΤΕΥΧΟΣ 15 (29-32)
ΜΕ ΕΧΕΙ ΜΗΝΥΣΕΙ Η ΠΡΩΗΝ ΗΓΟΥΜΕΝΗ, ΑΛΛΑ ΠΑΝΤΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΙ ΓΙ’ ΑΥΤΗ
– Έχουμε πληροφορίες ότι η πρώην ηγουμένη της Μονής Μακρυμάλλης έχει καταθέσει αγωγή εναντίον σας. Θα σας παρακαλούσαμε να μας πείτε αν αληθεύουν οι πληροφορίες μας.
– Οι πληροφορίες σας είναι αληθείς. Θέλησα πάντως όλα αυτά που έχουν συμβεί κατά τα τελευταία χρόνια να τα κρατήσω στα εσωτερικά μας. Τα εσωτερικά της οικογένειάς μας δεν είναι σωστό να βγαίνουν στην επικαιρότητα. Ωστόσο και οι δημοσιογράφοι τη δουλειά τους κάνουν, ψάχνουν, μαθαίνουν και από κάπου κατάφεραν να βρουν κι ένα έγγραφο που είχα στείλει εγώ στους ιερείς, το 2007. Κάποιος έδωσε τότε το έγγραφο και το δημοσίευσε μια εφημερίδα…
– Εννοείτε το έγγραφο με το οποίο γνωστοποιούσατε την απόφασή σας να παύσετε τη μοναχή Μαριάμ από Ηγουμένη;
– Ναι, είχαμε αρκετά προβλήματα, προβλήματα στο διοικητικό τομέα. ∆ιότι θα έπρεπε οι πράξεις της Μονής να εγκρίνονται από τη Μητρόπολη, και το κυριότερο θα έπρεπε και η Μητρόπολη να γνωρίζει την κίνηση της Μονής, των μοναχών δηλαδή. ∆εν εννοώ από οικονομικής πλευράς. Ας πούμε, αν εγκαταλείπει μία μοναχή από το μοναστήρι, μπορεί να μην το ξέρει ο ∆εσπότης. Ε, δεν είναι δυνατόν αυτό να το πληροφορείται απ’ έξω, από τους άλλους ανθρώπους. Έπειτα, όταν έμειναν δύο μοναχές στο μοναστήρι, σύμφωνα με το νόμο, δεν μπορούσαν να συγκροτήσουν Ηγουμενοσυμβούλιο. Έπρεπε λοιπόν το Μητροπολιτικό Συμβούλιο, με πρόταση του Μητροπολίτου, να διορίσει έναν κληρικό και το Συμβούλιο όρισε τον πατέρα Νικόλαο ∆ανέλη να εκτελεί χρέη Ηγουμενοσυμβουλίου. Η Ηγουμένη θεώρησε ότι αυτό είναι παράνομο και δεν το εφήρμοσε. Και επειδή παρέβη και δεν τήρησε την απόφαση του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, γι’ αυτό και ο Μητροπολίτης την έπαυσε από Ηγουμένη. ∆εν την καθαίρεσε, δηλαδή συνεχίζει να είναι μοναχή, απλούστατα την επαύσαμε από τα καθήκοντά της ως Ηγουμένη. Εκείνη προσέφυγε σε διάφορα δικαστήρια, μου έχει κάνει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση και μάλιστα “κατ’ εξακολούθησιν”. Ήδη, έχω δώσει απολογία στον Εισαγγελέα και αναμένω την έκβαση της υπόθεσης. Έχει προσφύγει και στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά των αποφάσεών μου και κατά των αποφάσεων του Μητροπολιτικού Συμβουλίου. Έχει προσφύγει στην Ιερά Σύνοδο και επιπλέον κατέθεσε και την αγωγή εις βάρος μου. Με την αγωγή που κατέθεσε εναντίον μου, μου ζητά, αν δεν με απατά η μνήμη μου, να της καταβάλω 350.000 ευρώ. Επίσης, έχει καταθέσει αγωγή και κατά τεσσάρων ιερέων, του πατρός Νικολάου (∆ανέλη), του πατρός Αθανασίου (Καρλατήρα), του πατρός Στυλιανού (Σωτηρόπουλου) και του πατρός Αναργύρου (Στουραïτη). Από αυτούς ζητάει 150.000 ευρώ, από τον καθένα.
– Για ποιο λόγο μήνυσε τους ιερείς;
– Για τον ίδιο λόγο. Συγκεκριμένα για κάποιο επεισόδιο που έγινε στη γιορτή του Αγίου Παρθενίου…
– Στη Μονή Μακρυμάλλης;
– Ναι. Εμείς, επειδή με σειρά συμπεριφορών δεν υπήκουε, της είχαμε επιβάλει επιτίμιο ακοινωνησίας. Στη συνέχεια είχε προσφύγει στην Ιερά Σύνοδο, η οποία και με δικαίωσε γι’ αυτό. Κατά συνέπεια, λόγω του επιτιμίου της ακοινωνησίας, δεν μπορούσαν να επικοινωνούν οι ιερείς μαζί της. Πήγαν, λοιπόν οι ιερείς μου να κάνουν την πανήγυρη του Αγίου Παρθενίου. Εκείνη, όμως, δεν εννοούσε να μην ψάλει, παρά το γεγονός ότι της είχε επιβληθεί το επιτίμιο. Οπότε οι ιερείς βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, προκειμένου να εφαρμόσουν ό,τι όριζε το επιτίμιο, το οποίο είχε επιβάλει ο Μητροπολίτης.
– Τι σημαίνει το επιτίμιο της ακοινωνησίας;
– Το επιτίμιο της ακοινωνησίας προβλέπει πρώτον τη διακοπή της επικοινωνίας και δεύτερον τη στέρηση της Θείας Κοινωνίας.
– Πώς ακριβώς εννοείται η διακοπή επικοινωνίας; Ότι δεν επιτρέπεται να ψάλλει;
– Και αυτό, αλλά και ούτε να επικοινωνήσουμε μαζί. Είναι ένα είδος απομόνωσης, αποκοπής, και γίνεται για παιδαγωγικούς λόγους.
– Είναι δυνατό να γίνει ανάκληση αυτού του επιτιμίου;
– Είναι δυνατόν, αν βέβαια μετανοήσει ο άνθρωπος και πει συγγνώμη… και το εννοεί. Τώρα, αν το εννοεί, δεν μπορώ να το ξέρω εγώ, την καρδιά του κάθε ανθρώπου ο Θεός την ξέρει. Αλλά εδώ ούτε καν συγγνώμη υπήρξε, μολονότι δόθηκαν πολλές ευκαιρίες.
– Τι έγινε στη συνέχεια, κατά την πανήγυρη του Αγίου Παρθενίου στη Μονή;
– Αφού, λοιπόν δεν υποχωρούσε, οι ιερείς αναγκάσθηκαν να φύγουν από τη μέση του Εσπερινού, χωρίς φασαρίες. Οι πληροφορίες λένε ότι εκείνη πήρε το μικρόφωνο και είπε στον κόσμο διάφορα, όπως και κάποιες άλλες γνωστές της που ήταν εκεί μαζί της, οι οποίες είναι και μάρτυρες κατηγορίας μου…
– ∆ηλαδή τι είπαν;
– Ε, ότι αυτά κάνει η Μητρόπολη Χαλκίδας και τέτοια πράγματα. Λοιπόν, οι ιερείς επιστρέφοντας μου ανέφεραν τι συνέβη, είχαν βεβαίως υποχρέωση να το κάνουν. Και μέσα στην αναφορά τους έγραψαν για το περιστατικό, σημειώνοντας και κάποιους χαρακτηρισμούς για τη συμπεριφορά της, οι οποίοι θεωρήθησαν ότι ήταν συκοφαντικοί. Και επειδή εγώ διαβίβασα και στη Σύνοδο το έγγραφο, συμπεριέλαβε κι εμένα μέσα και με μήνυσε…
– Φαίνεται πολύ εύκολη η κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης…
– Ναι, είναι εύκολο να κατηγορήσεις κάποιον. Επίσης, επειδή γνωστοποίησα ότι επαύθη από Ηγουμένη, και μάλιστα έγραφα στο έγγραφο ότι επαύθη “για νομικά και κανονικά παραπτώματα”, εκείνη θεώρησε ότι είναι γενικόλογη η αιτιολογία και μπορεί να σκεφτεί ο καθένας ό,τι θέλει. Αλλά με αυτόν τον τρόπο κοινοποιούνται οι εκκλησιαστικές ποινές και δεν σημαίνει ότι θα πρέπει καλά και σώνει να εννοηθούν από αυτό κάποια άλλα πράγματα. Όταν παύεις κάποιον, δεν τον παύεις βέβαια χωρίς να έχει κάνει κάποιο σοβαρό παράπτωμα, κι όλοι ξέρανε ότι τα προβλήματα ήταν στο διοικητικό τομέα κυρίως. Όμως, ο διοικητικός τομέας στην Εκκλησία δεν έχει να κάνει με απλή πειθαρχία, με ένα απλό πρόβλημα πειθαρχίας. Γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με ανυπακοή και η ανυπακοή είναι άλλο πράγμα. Κάποιος γίνεται μοναχός με τη θέλησή του, χωρίς να τον υποχρεώνει κανείς. Γι’ αυτό, πριν γίνει, δημοσίως ερωτάται τρεις φορές από τον ∆εσπότη ή τον εξ ονόματός του λειτουργό: «εκουσία σου τη γνώμη προσέρχη τω Κυρίω;». Και «βλέπε τίνι συντάσσει και τίνι αποτάσσει…». Μετά γίνεται η κουρά, που σημαίνει την αφοσίωσή του. Μία από τις τρεις βασικές αρετές που πρέπει να έχει ο μοναχός, είναι η υπακοή και μάλιστα η υπακοή μέχρι θανάτου. ∆εν μπορεί, λοιπόν, να στέλνω εγώ έναν εκπρόσωπό μου να κάνει την πανήγυρη και να πάει εκεί και να βρίσκει έναν άλλο ∆εσπότη, που τον έχει καλέσει εκείνη, χωρίς να το γνωρίζω εγώ, εξ ονόματός μου. Και άλλα τέτοια πράγματα…
– Τα οποία έχουν και κοινωνική διάσταση νομίζουμε, εκτός από θρησκευτική…
– Για εμένα είναι μια ιστορία που μου έχει προκαλέσει πολλή θλίψη. Και ο τρόπος που έφυγαν από το μοναστήρι, κι αυτός δεν ήταν καθόλου σωστός τρόπος. ∆ηλαδή, για να φύγει ένας μοναχός από ένα μοναστήρι, πρέπει να βρει άλλο μοναστήρι που θα τον δεχθεί, όπως και άλλο Μητροπολίτη, ο οποίος θα επικοινωνήσει μαζί μου και θα με ρωτήσει: ∆ίνεις ευλογία… δίνεις απολυτήριο στον τάδε και τον τάδε, για να τον δεχθώ στο μοναστήρι που θέλει να έρθει; Κι εγώ θα πω “ναι” ή θα πω “όχι”, δικαιολογημένα όμως το “όχι”. Οφείλεις να το δικαιολογήσεις. Εδώ όμως δεν ετηρήθησαν αυτά, αλλά μας έστειλε δικαστικό κλητήρα. Μας είπε θα έρθετε την τάδε ημέρα, με τελεσίγραφο δηλαδή, να παραλάβετε τα κλειδιά και το μοναστήρι, και θα μας φέρετε τα απολυτήρια, δηλαδή χέρι με χέρι ανταλλαγή… Ούτε εκεί πήγαμε, γιατί δεν είναι αυτός ο τρόπος που προβλέπεται. Και να τι έκαμε τότε. Πήρε μια εισαγγελική παραγγελία, που δεν νομίζω ότι συμβαδίζει με το νόμο και πήγε και παρέδωσε το μοναστήρι, τα κλειδιά του μοναστηριού, στο Αστυνομικό Τμήμα της Αρτάκης. Από εκεί τα παραλάβαμε εμείς, με τις επιφυλάξεις που έπρεπε να διατυπώσουμε και, παρουσία των αστυνομικών της Αρτάκης, ένας εκπρόσωπος της Μητροπόλεως μαζί με τον πατέρα Νικόλαο ∆ανέλη, που κάνει χρέη Ηγουμενοσυμβουλίου, πήγαν εκεί και κατέγραψαν τα περιουσιακά στοιχεία και ό,τι άλλο υπήρχε στο μοναστήρι… Είναι μία πολύ θλιβερή ιστορία, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει σκάνδαλο στους χριστιανούς. ∆εν προκάλεσε όμως, παρά το γεγονός ότι σε κάποια φάση αυτής της ιστορίας, μέσω ενός “χαρτοπόλεμου”, έγινε και προσπάθεια εκφοβισμού μου.
– Με ποιο τρόπο προσπάθησαν να σας εκφοβίσουν;
– Μου έστειλαν κάποιες υπογραφές διάφοροι φίλοι της Μονής, με ένα κείμενο που έλεγε, με πολύ αυστηρό τρόπο, ότι θα τους βρω απέναντί μου, που φέρομαι έτσι κατά της Μονής κι ότι είμαι αυταρχικός και τέτοια. Εγώ, σε αυτούς που είχαν βάλει τις υπογραφές, έγραψα μία απάντηση στον καθένα προσωπικά. Τότε, κάποιοι από αυτούς που έλαβαν τις απαντήσεις, ήρθαν και μου είπαν: Σεβασμιότατε, εμείς δεν ξέραμε ότι μπροστά από τις υπογραφές μας θα μπει αυτό το κείμενο. Εμάς μας ρώτησαν αν θέλουμε να κλείσει το μοναστήρι και μας είπαν να βάλουμε μια υπογραφή, για να μην κλείσει το μοναστήρι. Κάποιος άλλος, μόλις έλαβε την επιστολή μου, ήρθε και μου είπε ότι δεν έχει υπογράψει, κι όταν του έδειξα το χαρτί, λέει: Όχι, δεν είναι η δική μου υπογραφή αυτή! Επειδή, λοιπόν, μου έτυχαν κάποια τέτοια περιστατικά, τα έστειλα κι εγώ στον εισαγγελέα για περαιτέρω έρευνα.
– Πάντως, ενώ αρκετός κόσμος είχε απομακρυνθεί από το μοναστήρι, τώρα ξαναπάει…
– Είναι μια σελίδα που γύρισε. Τώρα είναι ο πατήρ Ιάκωβος κι ένας ακόμη μοναχός, όπως και ο πατήρ Νικόλαος ∆ανέλης, που υποδέχονται με αγάπη τον κόσμο. Συμβαίνουν όμως κι αυτά. Όπου υπάρχουν άνθρωποι, υπάρχουν και τέτοια προβλήματα. Αλλά η Εκκλησία είναι πάνω από αυτά, και πάνω από τα δικά μου τα λάθη και πάνω από τα δικά της τα λάθη. Και όταν μετανοούμε για τα λάθη μας, η Εκκλησία πάλι μας άνθρωποι, υπάρχουν και τέτοια προβλήματα. Αλλά η Εκκλησία είναι πάνω από αυτά, και πάνω από τα δικά μου τα λάθη και πάνω από τα δικά της τα λάθη. Και όταν μετανοούμε για τα λάθη μας, η Εκκλησία πάλι μας δέχεται, μας συγχωρεί, τα ξεπερνάει, τα ξεχνάει, δεν αφήνει τη σκουριά μέσα στην ψυχή. Εγώ πάντως δεν έπαψα ποτέ να τις μνημονεύω στην προσευχή μου και να παρακαλώ τον Θεό να τις βοηθήσει να καταλάβουν, διότι δεν κάνει να χάνονται οι ψυχές των ανθρώπων.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΓΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ