Τ ου Γιάννη Οικονόμου*
Στη βία δεν υπάρχουν «αλλά». Κάθε «αλλά» είναι επικίνδυνο. Το μοναδικό επίθετο, που μπορεί να λειτουργήσει ως κατηγορούμενο σε κάθε φαινόμενο βίας, απ’ όπου και αν προέρχεται, είναι το «καταδικαστέα».
Και για να το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή: Φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας από την πλευρά της αστυνομίας και αλόγιστης βίας σε βάρος πολιτών δεν μπορούν να γίνονται ανεκτά. Προφανώς, οι περιπτώσεις κατάχρησης της εξουσίας και η αστυνομική βία δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Δεν έχουμε να κάνουμε με την «κακιά» ελληνική αστυνομία. Κατά καιρούς αντίστοιχα κρούσματα έχουν παρουσιαστεί σε όλες τις δυτικές Δημοκρατίες και φυσικά αντιμετωπίζονται, όπως οι νόμοι του Κράτους Δικαίου και της ευνομούμενης Δημοκρατίας ορίζουν.
Το αστυνομικό καθεστώς, η δίωξη φρονημάτων, η λογοκρισία, το φακέλωμα και ότι άλλο σχετικό, που ορισμένοι φαντασιώνονται ότι υπάρχει, έχει σταματήσει να υφίσταται εδώ και 47 χρόνια. Το ερώτημα που προκύπτει, λοιπόν, είναι γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει συνειδητά στη λογική του καταστροφικού διχασμού; Αυτή η σκιαμαχία με την εποχή της χούντας και του εμφυλίου, είναι απλώς μια φαντασίωση ή μια σχεδιασμένη επιλογή, που εξυπηρετεί την γεωμετρικά αυξανόμενη τάση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κατακλύζει την πολιτική ζωή με υποκρισία και δημαγωγία;
Η δική μου (ρομαντική) αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι να πιστέψω, πως πρόκειται για φαντασίωση. Ένα κόμμα που κυβέρνησε τη χώρα, έστω και αν το πρόσημο διακυβέρνησης του βρίσκεται αρκετούς βαθμούς υπό του μηδενός, έχει μπολιαστεί θέλοντας και μη με ισχυρές δόσεις πραγματισμού. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει στρατηγικά την επιστροφή του στην παλιά δοκιμασμένη συνταγή ενός απλοϊκού και βαθύτατα διχαστικού λόγου. Τη ξέρει καλά την πεπατημένη, την έχει βαδίσει με καταστροφική επιτυχία.
Τότε, ήταν η «σεισάχθεια», τα «νταούλια που θα χορεύαν τις αγορές», το «θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν», που έδωσαν έκφραση στο θυμό των πολιτών για την χρεωκοπία της χώρας και τις ευθύνες του πολιτικού συστήματος. Τώρα, είναι η παράφραση του «Κατηγορώ» του Ζολά και η επιλογή να πατά πάνω στην κόπωση και την αγανάκτηση που δημιουργούν τα περιοριστικά μέτρα, στην αίσθηση ματαίωσης, αλλά και ματαιότητας που κυριαρχεί, στα οικονομικά προβλήματα που δημιουργεί η πανδημία. Και όλα αυτά με σκοπό να υποδαυλίσει την κοινωνική ένταση.
Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας. Με τη συμμετοχή ή την ανοχή του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζονται πράξεις παράλογες και γίνονται συντονισμένες προσπάθειες να πεισθούν οι πολίτες, ότι αποτελούν στηρίγματα της Δημοκρατίας εκείνοι ακριβώς που την προσβάλουν και την καταπατούν: Όσοι διαδηλώνουν πως γεννήθηκαν 17 Νοέμβρη, όσοι καταλαμβάνουν πανεπιστήμια και πρυτανείες λες και είναι τσιφλίκι τους, όσοι αδιαφορούν επιδεικτικά για την ανάγκη προστασίας του κοινωνικού συνόλου από πιθανές εστίες μαζικής διάδοσης του κορωνοϊού, όσοι απαιτούν να εκβιαστεί η πολιτεία από αδίστακτους και αμετανόητους δολοφόνους. Και τι είναι απειλή; Τα θεμέλια της Δημοκρατίας: το Σύνταγμα, οι νόμοι και η τάξη.
Η φιλελεύθερη κεντροδεξιά και κυρίως η Κυβέρνηση Μητσοτάκη επιλέγει να αναλάβει την ευθύνη και να βρίσκεται στον αντίποδα αυτής της «λογικής». Επιλέγει να αποτελεί το σοβαρό αντίβαρο, που απαντά με σύνεση απέναντι στην επικινδυνότητα. Η χώρα δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Η χώρα δεν μπορεί να γλιστρήσει ξανά σε σκόπιμα τοποθετημένες μπανανόφλουδες διχασμού. Και δεν θα γλιστρήσει.
Η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ καλύπτει την αδυναμία του να κατανοήσει και να προσεγγίσει τα σύγχρονα προβλήματα και τις αυξημένες απαιτήσεις του καιρού μας. Βρίσκεται πολύ πιο κάτω, πραγματικά και δημοσκοπικά, από το ύψος που απαιτούν οι περιστάσεις και επιδιώκει μία ανάδυση καλλιεργώντας σπόρους διχασμού..
Αυτό που δεν έχει καταλάβει ο Αλέξης Τσίπρας και οι σύντροφοί του είναι, ότι η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αντιλαμβάνεται ως μοναδικό της αντίπαλο ή καλύτερα ως πραγματικές προκλήσεις την πανδημία και τις σοβαρότατες επιπτώσεις της και δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να θέσει σε κίνδυνο τα όσα διακυβεύονται με σκοπό να τους ακολουθήσει στα επικίνδυνα παιχνιδάκια τους.
Μοναδική προτεραιότητα της Κυβέρνησης, με απόλυτο σεβασμό στην δικαιολογημένη κόπωση αλλά και στα τραύματα που δημιουργούν τα παρατεταμένα περιοριστικά μέτρα και παρά τα όποια λάθη που αναπόφευκτα σε τέτοιες περιστάσεις συμβαίνουν, είναι να συνεχίσει την προσπάθεια, εξαντλώντας κάθε δυνατότητα που υπάρχει προκειμένου να σωθούν ανθρώπινες ζωές και παράλληλα στηρίζοντας την οικονομία και την ελπίδα της επανεκκίνησης για τους εργαζόμενους και τον κόσμο της παραγωγής και της δημιουργίας.
Το βάρος της ευθύνης, άλλωστε, σηκώνεται από εκείνους που αντέχουν και έχουν την ικανότητα να το σηκώσουν.
*Ο Γιάννης Οικονόμου είναι Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Βουλευτής Φθιώτιδας