Ισχυρή είναι η παρουσία του ελληνικού βιολογικού ελαιολάδου και ελιών στη γερμανική αγορά, ενώ αντίθετα βιολογικά προϊόντα όπως φρούτα, λαχανικά, κρέατα και όσπρια ελληνικής παραγωγής απουσιάζουν από τα ράφια, σύμφωνα με επιτόπια έρευνα που πραγματοποίησε πρόσφατα το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Βερολίνο.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει το FOODReporter σε ρεπορταζ του Σπύρου Πιστικού,
στα υποκαταστήματα τριών αλυσίδων σούπερ μάρκετ όπου διεξήχθη η έρευνα εντοπίστηκε βιολογικό ελαιόλαδο από τη Μεσσηνία, ενώ στους τομείς των οσπρίων, κρεάτων, χυμών, φρούτων και λαχανικών δεν παρατηρήθηκε διάθεση ελληνικών βιολογικών προϊόντων. Όπως επισημαίνεται, στην κατηγορία του βιολογικού ελαιολάδου στη Γερμανία επικρατεί η κυκλοφορία ελληνικού και ιταλικού και εν συνεχεία ισπανικού ελαιολάδου.
Στην κατηγορία των φρούτων και των λαχανικών που δεν παράγονται στη Γερμανία, παρατηρείται μια σχετική επικράτηση ισπανικών και ιταλικών βιολογικών προϊόντων, στην κατηγορία βιολογικών οσπρίων κυριαρχούν προϊόντα τουρκικής προέλευσης, ενώ στην κατηγορία βιολογικού ρυζιού κυριαρχούν ινδικά προϊόντα.
Θετικές προοπτικές
Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, παρότι η γερμανική παραγωγή βιολογικών προϊόντων κινείται ανοδικά και ο ανταγωνισμός είναι υψηλός, πολλά είναι τα τρόφιμα, κυρίως οπωροκηπευτικά, που εξαιτίας των κλιματολογικών συνθηκών δεν μπορούν να παραχθούν στη χώρα, την ώρα που η ζήτηση για αυτά ολοένα αυξάνεται.
Ορισμένα από τα βιολογικά τρόφιμα τα οποία φαίνεται ότι δεν παράγει η Γερμανία σε επαρκείς ποσότητες, και ως εκ τούτου εισάγει, είναι τα εξής: πορτοκάλια, ακτινίδια, πιπεριές, ντομάτες, όσπρια, χυμοί πορτοκαλιού και μήλου, ελαιόλαδο και ρύζι. Με δεδομένο ότι η χώρα μας αφενός έχει εδραιωμένη παρουσία στην κυκλοφορία βιολογικού ελαιολάδου και ελιών στη γερμανική αγορά, αφετέρου παράγει όλα σχεδόν τα φρέσκα φρούτα, λαχανικά και όσπρια που εισάγει η Γερμανία κυρίως από χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία, συνάγεται το συμπέρασμα ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια αύξησης του μεριδίου των ελληνικών βιολογικών φρούτων, λαχανικών, χυμών φρούτων και οσπρίων στη γερμανική αγορά.
Όπως τονίζεται, τα ελληνικά προϊόντα θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που δημιουργεί η πανδημία και τα νέα υγιεινά πρότυπα βιώσιμης και υγιεινής διατροφής και να εισέλθουν στη γερμανική αγορά βιολογικών τροφίμων, ή όσα το έχουν ήδη κάνει να εδραιώσουν την παρουσία τους έτι περαιτέρω.
Συνεταιρισμός παραγωγών
Σε αυτό το πλαίσιο, το Γραφείο ΟΕΥ Βερολίνου συνιστά τη συγκρότηση πολλών μεμονωμένων παραγωγών σε συνεταιρισμό ή ένωση, με σκοπό την καλύτερη προσαρμογή στις απαιτήσεις των μεγάλων ποσοτήτων εξαγωγής προς τη γερμανική αγορά, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την είσοδο ελληνικών βιολογικών προϊόντων σε γερμανικές υπεραγορές τροφίμων μέσω μεγάλων χονδρεμπόρων.