Η αξεπέραστη φωνή του άφησε ανεξίτηλο στίγμα όχι μόνο στην παραδοσιακή μουσική αλλά γενικότερα στο λαϊκό πολιτισμό της Φωκίδας και της Στερεάς Ελλάδας για περίπου 75 χρόνια…..
Ο Ανδρέας Τσαούσης πέθανε στις 29 Αυγούστου 2021 σε ηλικία 95 ετών.
Γεννήθηκε, μεγάλωσε και μένει στην Αγόριανη
( Λιλαία) Φωκίδας.
Η φωνή του ένα μείγμα Παρνασσού και Κηφισού…..
Ο Αντρίκος, όπως συνηθίζεται να τον λένε, πήρε το χάρισμα από τον Πατέρα του, που τραγουδούσε και έπαιζε μαντολίνο και φλάουτο. Εκείνος τον έμαθε ακόμη να χορεύει, όχι μόνο τσάμικο αλλά και βαλς και ταγκό.
Στο γυμνάσιο οι καθηγητές του ήταν οι πρώτοι θαυμαστές του.
<<Με έβαλαν τις αποκριές στο Δαδί να τραγουδήσω και καμάρωνα βλέποντάς τους να με χειροκροτούν>>.
Το επόμενο βήμα ήταν σημαντικό και σημαδιακό:
«Ένα βράδυ ο Αργύρης ο Παπαδήμας….
στο ΄΄εξοχικό΄΄ στη Δήμητρα είχε τον μεγάλο Βάϊο Μαλλιάρα. Η παρέα μου φιλοξενούσε δύο Ελληνοαμερικάνες και τις πήγαμε να ακούσουμε κανένα τραγούδι. Εκεί με βάλανε και είπα μερικά τραγούδια. Αυτό ήτανε!
Ο Μαλλιάρας με ρώτησε από πού είμαι και πού μένω. Την άλλη μέρα, ήρθε και συμφωνήσανε με τον Πατέρα μου.
Κατέβηκα στην Αθήνα και στην Columbia έγραψα το πρώτο μου τραγούδι:
Βελούχι μου περήφανο
κι οξιά ζωγραφισμένη
λιώστε τα χιόνια γρήγορα
να χορταριάσει ο τόπος.
Η συνέχεια; όλες οι ορχήστρες με ήθελαν. Τραγούδησα και στην Αθήνα, όμως εγώ λάτρεψα τα πανηγύρια, ήταν και είναι ακόμη η ζωή μου.
Με όλους τους μουσικούς τους μεγάλους συνεργάσθηκα και με όλους έγινα φίλος, με αγαπούσανε και τους αγαπούσα. Με το Στέλιο το Καζαντζίδη ήμουν φίλος, κολλητός που λένε, ερχότανε στο κέντρο και με άκουγε και όταν πήγαινα να τον ακούσω ήθελε να με ανεβάσει να τραγουδήσω.
΄΄Η μάνα του τον έκανε με κάτι χορδές μακριές σαν καλάμι΄΄, ήταν τα λόγια του μεγάλου Στέλιου στον Ηλία τον Κοντό.
Ξεχωριστές στιγμές και πολλά τα περιστατικά σε τόσα χρόνια καλλιτεχνικής καριέρας, τα περισσότερα ευχάριστα:
Σαν σήμερα, ξημερώνοντας δεκαπενταύγουστος στη Θήβα, ως συνήθως με βρήκε να τραγουδώ. Ο παπάς ήθελε να χτυπήσει την καμπάνα. Τσαούση, μου λέει, κάποιος από τους δύο μας πρέπει να σταματήσει.<< μετά χαράς παπά μου σου δίνω …..προτεραιότητα >>, γέλασε κάθισε σε μια καρέκλα και με άκουγε.
Όλα τα τραγούδια που είπα, γνήσια δημοτικά, τα αγάπησα. Λίγο πιο πολύ όμως το ΄΄Πατέρα μας μεγάλωσες΄΄ για πολλούς λόγους.»