Θανάσης Δημάκας*
Επιμέλεια: Γιώργος Σταματόπουλος
Το «Ελεύθερος να υπακούς» καταφέρνει να είναι μια σύγχρονη μελέτη ενός διαχρονικού ζητήματος, μια άκρως ενδιαφέρουσα θέαση ενός όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος.
Πώς εδραιώθηκε και επεκτάθηκε το ναζιστικό καθεστώς; Βάσει ποιων αρχών λειτουργούσε η διοίκηση κατά την περίοδο του Τρίτου Ράιχ; Ποιοι ήταν οι θεωρητικοί θεμελιωτές του κρατικού (;) ναζιστικού οικοδομήματος; Επηρέασε, και αν ναι σε ποιον βαθμό, το μάνατζμεντ της ναζιστικής περιόδου τον μεταπολεμικό τρόπο διοίκησης; Αυτά είναι ορισμένα από τα ερωτήματα που προσπαθεί να απαντήσει το βιβλίο «Ελεύθερος να υπακούς. Το μάνατζμεντ από το ναζισμό μέχρι σήμερα» του Johann Chapoutot, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αγρα σε μετάφραση του Γιάννη Σιδέρη.
Ο Σαπουτό -έμπειρος μελετητής γύρω από θεματικές που σχετίζονται με το ναζιστικό φαινόμενο- στην προσπάθεια να απαντήσει στα πιο πάνω ερωτήματα επικεντρώνει την έρευνα του σε ένα πρόσωπο-κλειδί του Τρίτου Ράιχ: τον επιφανή νομικό και πολυγραφότατο συγγραφέα Reinhard Höhn.
Κι αυτό γιατί ο Χεν είχε σημαίνοντα ρόλο, ίσως τον πλέον καθοριστικό θα λέγαμε, τόσο όσον αφορά το νέο θεωρητικό πλαίσιο της διοίκησης, όσο και την πρακτική εξάσκησή της από το ναζιστικό καθεστώς. Με άλλα λόγια ο Χεν διαμόρφωσε αρχικώς το θεωρητικό υπόβαθρο του καινοτόμου για την εποχή του μάνατζμεντ και εν συνεχεία το έθεσε σε εφαρμογή.
Αξίζει να σταθούμε στο «δόγμα Χεν» όμως; Η απάντηση που προκύπτει διαβάζοντας την ενδελεχή έρευνα του Σαπουτό είναι μονολεκτική: ναι! Ο Χεν επί της ουσίας είναι ο δημιουργός ενός νέου -με σαφείς επιρροές από την πρωσική παράδοση και τη θεωρητική προσέγγιση του Gerhard von Scharnhorst- τρόπου διαχείρισης των δημόσιων και ιδιωτικών αποστολών. Από το «δόγμα Χεν» εμπνεύστηκε και ο Σαπουτό τον τίτλο του βιβλίου, καθώς στην πρακτική εφαρμογή της συγκεκριμένης μεθόδου διοίκησης κάποιος είναι ελεύθερος, αλλά μόνο να υπακούει. Η ελευθερία -ή και «ελευθερία», αναλόγως την ερμηνεία που δίνουμε- οριοθετείται ως εξής: «ο μάχιμος αξιωματικός, όπως και το επιχειρηματικό στέλεχος, δεν συμμετέχει καθόλου στο σχεδιασμό της αποστολής, καθώς αυτή του ανατίθεται εν είδει ‘’καθήκοντος’’ που πρέπει να εκπληρώσει. (…)
Η μοναδική του ελευθερία συνίσταται στο να μπορεί να βρίσκει, μόνος του, με αυτόνομο τρόπο, τα μέσα για την κατάκτηση ή επίτευξη του στόχου» (σ.122). Αυτό που έχει σημασία για τη ναζιστική διοίκηση είναι να περατωθεί η εκάστοτε οδηγία, να ολοκληρωθεί οποιαδήποτε διαταγή -βασικά όλες οι διαταγές!- με επιτυχία. Μόνο τυχαία δεν είναι επομένως η σημασία που δίνει η διοίκηση του Τρίτου Ράιχ στις έννοιες της αποτελεσματικότητας και της ευελιξίας. Θα λέγαμε μάλιστα πως είναι έννοιες αλληλοεξαρτώμενες, καθώς χωρίς την απαραίτητη σε αρκετές περιπτώσεις ευελιξία δεν θα προκύψει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Εάν δούμε δε τη μεγάλη εικόνα, ο τελικός στόχος του ναζιστικού καθεστώτος είναι η δημιουργία του «Μείζονος Χώρου» (Grossraum), στόχος που μπορεί να επιτευχθεί με συγκεκριμένους τρόπους: «(…) μια εκ φύσεως ανώτερη φυλή καλείται να απλώσει την κυριαρχία της, είτε καταστρέφοντας τις άλλες φυλές είτε μέσω της καθυπόταξης ή έστω εκμετάλλευσης» (σελ.59).
Για τον Γάλλο ιστορικό, όπως και για άλλους μελετητές της συγκεκριμένης περιόδου, ο Χεν επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο διοίκησης και οργάνωσης του ναζιστικού οικοδομήματος και για αυτόν τον λόγο χαρακτηρίστηκε ως «ο Μένγκελε της νομικής». Στο βιβλίο παρουσιάζονται αναλυτικά όλα εκείνα τα στοιχεία που αιτιολογούν τον παραπάνω παραλληλισμό, ωστόσο ο Σαπουτό δεν περιορίζει χρονικά και θεματικά την έρευνά του στη ναζιστική περίοδο, αλλά την επεκτείνει μέχρι τις μέρες μας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η μεταπολεμική πορεία του Χεν, στην οποία αφιερώνεται ένα σεβαστό μέρος του βιβλίου. Πολλοί πρώην Ες Ες συνέχισαν υπό άλλο δρόμο και με διαφορετικά μέσα τη δράση τους και μετά τον πόλεμο: άλλοι αλλάζοντας ταυτότητα, άλλοι αποκηρύσσοντας τη ναζιστική ιδεολογία τους συνέχισαν να ζουν μια (σχεδόν) κανονική ζωή. Το ίδιο έκανε και ο Χεν, όχι πολεμώντας τους φυλετικά κατώτερους ή οργανώνοντας τη διοίκηση ενός απολυταρχικού καθεστώτος, αλλά συνεχίζοντας να διδάσκει το δόγμα του.
Η δράση του δεν είχε τον χαρακτήρα μιας παράνομης ή παράτυπης κατήχησης, αντιθέτως ο Χεν για πολλές δεκαετίες κατάφερε να μεταλαμπαδεύσει την προσέγγισή του για το διοικείν «καθοδηγώντας» εκατοντάδες χιλιάδες στελεχών τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Η ακαδημία στελεχών που ίδρυσε στο Μπαντ Χάρτσμπουργκ το 1956, τα δεκάδες βιβλία που εξέδωσε και το κύρος που για αρκετά χρόνια απολάμβανε, είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που καταδεικνύουν πως συνέχισε να επηρεάζει καθοριστικά το μεταπολεμικό μάνατζμεντ.
Η ιστορία του μάνατζμεντ προϋπήρχε των ναζί και συνεχίστηκε μετά την ήττα τους, ωστόσο κατά τον Σαπουτό το σύγχρονο μάνατζμεντ παραμένει έως κάποιον βαθμό επηρεασμένο από τη ναζιστική προσέγγιση και εφαρμογή. Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως -το κυρίαρχο στις μέρες μας- νεοφιλελεύθερο μάνατζμεντ έχει εγκολπώσει συγκεκριμένα στοιχεία προερχόμενα από τη ναζιστική περίοδο, απορρίπτοντας -καθότι δυναμική διαδικασία- ορισμένα άλλα.
Το «Ελεύθερος να υπακούς» καταφέρνει να είναι μια σύγχρονη μελέτη ενός διαχρονικού ζητήματος, μια άκρως ενδιαφέρουσα θέαση ενός όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος (ή και ενός όχι και τόσο μακρινού μέλλοντος). Η ανάλυση του Σαπουτό καταφέρνει να φωτίσει άγνωστες πτυχές μιας ολόκληρης εποχής/ιδεολογίας/πρακτικής, να καταδείξει τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισαν συγκεκριμένα πρόσωπα και δόγματα και παράλληλα να ανοίξει νέες οπτικές κατανόησης του παρόντος συσχετίζοντας τη ναζιστική διοίκηση με το νεοφιλελεύθερο μάνατζμεντ.
*Μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού «Kaboom»
efsyn.gr