Τ ο Υπουργείο Οικονομικών παρουσιάζει σήμερα, ύστερα από διετή συστηματική εργασία, τη μεταρρύθμιση του πλαισίου προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών της ακίνητης περιουσίας.
Μια σημαντική μεταρρύθμιση, που τίθεται σε εφαρμογή από την 1η.1.2022 και συνδυάζει την οικονομική αποτελεσματικότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Μεταρρύθμιση η οποία:
1ον. Εκσυγχρονίζει, επικαιροποιεί και επεκτείνει το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού των αξιών των ακινήτων.
Οι αντικειμενικές αξίες αναπροσαρμόζονται, για να πλησιάζουν τις εμπορικές αξίες, με τρόπο διαφανή και σύμφωνο με τα διεθνή και ευρωπαϊκά εκτιμητικά πρότυπα και τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.
Η αναπροσαρμογή δεν γίνεται από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, αλλά από πιστοποιημένους εκτιμητές, μέσα από μια αδιάβλητη διαδικασία, με πλήρη ανωνυμία.
2ον. Διορθώνει αδυναμίες, κενά και αδικίες του παρελθόντος σε βάρος πολλών ιδιοκτητών.
3ον. Διευρύνει τη φορολογητέα βάση και επιτρέπει τη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών επί της ακίνητης περιουσίας, ιδίως μέσω του ΕΝΦΙΑ.
ΕΝΦΙΑ ο οποίος αναδιαμορφώνεται, χωρίς να αυξάνεται το συνολικό δημοσιονομικό ποσό που αναμένεται να αποφέρει.
Έτσι, οι όποιες μεταβολές και οι αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες δεν θα μεταφραστούν αυτομάτως σε αυξήσεις του ΕΝΦΙΑ, αφού οι συντελεστές υπολογισμού του φόρου θα προσαρμοστούν στις μεταβολές των αντικειμενικών αξιών.
Συνεπώς, δεν θα προκύψουν επιβαρύνσεις για τη μεσαία τάξη, δεν θα προκύψουν επιβαρύνσεις για τη μεγάλη πλειοψηφία των ιδιοκτητών ακινήτων, ακόμα και αν αυξηθούν οι αντικειμενικές αξίες.
Θα επιβαρυνθούν όμως κατοικίες σε περιοχές της χώρας που υπο-φορολογούνταν.
Και αυτός ο δημοσιονομικός χώρος θα αξιοποιηθεί πλήρως για την περαιτέρω μείωση της φορολογίας ακινήτων, ιδιαίτερα χαμηλής και μεσαίας αξίας.
Όμως, δεν θα περιοριστούμε σε αυτό.
Σε συνάρτηση με τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο και τα δεδομένα της οικονομίας την επόμενη περίοδο, θα εξετάσουμε το ενδεχόμενο περαιτέρω μείωσης της φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, σε συνέχεια της μεσο-σταθμικής μείωσης του ΕΝΦΙΑ κατά 22%, η οποία τέθηκε σε ισχύ από το 2019, υλοποιώντας τις κυβερνητικές δεσμεύσεις.
Ο νέος ΕΝΦΙΑ σχεδιάζεται τους επόμενους μήνες.
Θα εφαρμοστεί από τις αρχές του 2022 και θα αποπληρωθεί σε περισσότερες από τις υφιστάμενες 6 δόσεις.
Με τη μεταρρύθμιση των αντικειμενικών αξιών, αυξάνονται οι ζώνες του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού ακινήτων, μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας.
Στασιμότητα η οποία δημιουργούσε αδικίες σε βάρος, πρωτίστως, όλων των ιδιοκτητών που είχαν τα ακίνητά τους μέσα σε ζώνες του αντικειμενικού προσδιορισμού.
Και αυτό διότι τα ακίνητα που βρίσκονταν σε περιοχές εκτός των ζωνών του αντικειμενικού προσδιορισμού, φορολογούνταν με βάση την ελάχιστη τιμή ζώνης της δημοτικής ενότητας.
Και αν δεν υπήρχε αντικειμενικός προσδιορισμός στην τιμή ζώνης της δημοτικής ενότητας, τότε λαμβανόταν υπόψη η κατώτερη τιμή ζώνης σε επίπεδο δήμου ή σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας.
Έτσι, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ιδιοκτήτες ακινήτων στις εν λόγω περιοχές υπο-φορολογούνταν.
Αυτό αλλάζει.
Πλέον, με το νέο χάρτη των αντικειμενικών αξιών, η κάλυψη του πληθυσμού διευρύνεται από το 85% στο 98%, αγγίζοντας την πλήρη κάλυψη των περιοχών που είναι εντός σχεδίου.
Έτσι, 3.643 νέες ζώνες προστέθηκαν στις παλαιότερες, με αποτέλεσμα ο νέος χάρτης των αντικειμενικών αξιών να περιλαμβάνει πλέον 13.808 ζώνες.
Η επέκταση αυτή οδηγεί σε αρκετές αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών σε ζώνες τουριστικών περιοχών, όπου οι αντικειμενικές αξίες που εφαρμόζονταν όλα τα προηγούμενα χρόνια ήταν πολύ χαμηλές.
Περιοχές σε νησιά και στην ηπειρωτική χώρα, με έντονη τουριστική δραστηριότητα, αλλά και περιοχές με υψηλό οικιστικό ενδιαφέρον.
Έτσι, για παράδειγμα, στη Μύκονο υπάρχει ζώνη όπου η αντικειμενική αξία αυξάνεται πάνω από 200%, ενώ μέχρι πρότινος ήταν μόλις 1.200 ευρώ.
Ωστόσο, υπάρχουν και αρκετές μειώσεις – κυρίως, στην περιφέρεια και στην ηπειρωτική χώρα, όπου παρατηρούνταν το αντίθετο φαινόμενο: από τη στιγμή που η περιοχή βρισκόταν εκτός των ζωνών του αντικειμενικού προσδιορισμού, λαμβανόταν υπόψη η αξία κοντινών περιοχών η οποία ήταν υψηλή και επιβάρυνε περισσότερο απ’ ό,τι έπρεπε τους ιδιοκτήτες ακινήτων αυτής της περιοχής.
Πέρα από την επέκταση, η πανελλαδική άσκηση που έγινε οδήγησε σε σύγκλιση των τιμών των αντικειμενικών με τις εμπορικές τιμές σε περιοχές της Αττικής, προσαρμόζοντας το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στην αγορά ακινήτων.
Οι μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται σε περιοχές με έντονη ανάπτυξη και αυξημένο οικιστικό ενδιαφέρον, όπως τα νότια προάστια.
Βέβαια, αυτή η αναπροσαρμογή περιλαμβάνει και τις μεταβολές στις αξίες που έγιναν και το 2018, αφού τότε το έργο των πιστοποιημένων εκτιμητών δεν υιοθετήθηκε, μετακυλίοντας την εκκρεμότητα – από την προηγούμενη Κυβέρνηση – για τα επόμενα χρόνια.
Επαναλαμβάνω πάντως, για να καταστεί ξεκάθαρο, ότι αυτές οι αυξήσεις δεν συνεπάγονται και αυξήσεις του ΕΝΦΙΑ.
Συνεπώς, οι ιδιοκτήτες ακινήτων στο σύνολο της χώρας δεν πρέπει να ανησυχούν.
Μεταρρύθμιση και αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων
- Γιατί ήταν απαραίτητη η μεταρρύθμιση του πλαισίου προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών της ακίνητης περιουσίας;
Η μεταρρύθμιση του πλαισίου αντικειμενικών αξιών, η οποία αποτέλεσε προτεραιότητα της Κυβέρνησης και του Υπουργείου Οικονομικών, κατέστη απαραίτητη, διότι έπρεπε:
- Να αντιμετωπιστούν δομικές αδυναμίες του υφιστάμενου συστήματος.
- Να εκσυγχρονιστεί ψηφιακά και με διαφάνεια η διαδικασία.
- Να διορθωθούν αδικίες του παρελθόντος σε βάρος πολλών ιδιοκτητών.
- Να εναρμονιστούν οι αντικειμενικές αξίες με τις εξελίξεις στην αγορά ακινήτων.
Είναι μία μεταρρύθμιση που, συνάμα, συνιστά δέσμευση – και σημαντική εκκρεμότητα από την προηγούμενη περίοδο διακυβέρνησης της χώρας – στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχυμένης εποπτείας.
Είναι μία μεταρρύθμιση που περιλαμβάνει και την αναπροσαρμογή των τιμών των αντικειμενικών αξιών σε όλη την επικράτεια – στο 98% η πληθυσμιακή κάλυψη πλέον από το 85% που ίσχυε πριν, με ζώνες που οι τιμές τους παρουσιάζουν αυξήσεις, μειώσεις, αλλά και διατήρηση στα ίδια επίπεδα.
- Η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών θα προκαλέσει αύξηση του ΕΝΦΙΑ;
Η μεταρρύθμιση αυτή ξεφεύγει από τα δεδομένα του παρελθόντος, καθώς η άνοδος της αντικειμενικής αξίας δεν σημαίνει αύξηση του ΕΝΦΙΑ, το οποίο αποτελεί το αντικείμενο ανησυχίας των περισσότερων ιδιοκτητών.
Είναι μία μεταρρύθμιση που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση του νέου ΕΝΦΙΑ μέσα στο 2021 – αλλά με εφαρμογή από το 2022 –, με νέους συντελεστές, εναρμονισμένους με την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, με νέα δομή και διάρθρωση και με διατήρηση της συνολικής δημοσιονομικής ουδετερότητας του φόρου – δηλαδή, παρά τις μεταβολές στις αντικειμενικές αξίες τα δημόσια έσοδα που προβλέπονται από τον ΕΝΦΙΑ δεν θα αυξηθούν.
Αντιθέτως, λαμβάνοντας υπόψη τον δημοσιονομικό χώρο, καθώς και τα δεδομένα της οικονομίας την επόμενη περίοδο, θα εξεταστεί το ενδεχόμενο περαιτέρω μείωσης του ΕΝΦΙΑ, σε συνέχεια της μείωσης κατά 22% που σημειώθηκε το 2019, υλοποιώντας τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης.
Συνοψίζοντας, για το σύνολο της Επικράτειας η εικόνα για τις νέες τιμές ζώνης είναι σχετικά ανοδική, καθώς (α) 7.634 ζώνες (55% του συνόλου) εμφανίζουν αύξηση με μέσο όρο αύξησης 19,5%, (β) 2.860 ζώνες (21% του συνόλου) εμφανίζουν μείωση, με μέσο όρο μείωσης στο 14,7%, και (γ) 3.314 ζώνες (24% του συνόλου) παραμένουν αμετάβλητες.
- Τι περιλαμβάνει η δεύτερη φάση της μεταρρύθμισης του πλαισίου προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών της ακίνητης περιουσίας;
Η μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία, μετά την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών και την εναρμόνισή τους με τις συνθήκες της αγοράς ακινήτων, συνεχίζεται προς δύο κατευθύνσεις:
1η. Η δεύτερη φάση της μεταρρύθμισης του πλαισίου των αντικειμενικών αξιών, δίνοντας έμφαση, από τη μία πλευρά, στην περαιτέρω προσαρμογή των δεδομένων του συστήματος στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά ακινήτων και, από την άλλη πλευρά, στην ψηφιακή αναδιάρθρωση και αναβάθμιση του συστήματος.
2η. Η διαμόρφωση του νέου ΕΝΦΙΑ από εξειδικευμένη σε θέματα φορολογικής πολιτικής Ομάδα Εργασίας που έχει αναλάβει την επεξεργασία των συντελεστών, των χαρακτηριστικών και της διάρθρωσης του νέου ΕΝΦΙΑ, που θα εφαρμοστεί από το 2022, χωρίς να αυξηθεί η συνολική επιβάρυνση προς τους πολίτες.